Παρασκευή 28 Ιουνίου 2013

Η τελευταία σύριγγα (μια ρομαντική ιστορία)

Ήταν νύχτα, περασμένες τρεις, σε μια σκοτεινή γκαρσονιέρα, σε μια βρωμερή συνοικία της Νέας Υόρκης, στην οποία κανένας άνθρωπος με λεφτά ή αυτοσεβασμό δε θα περνούσε από μέσα. Οι τοίχοι της γκαρσονιέρας έσταζαν μούχλα κι υγρασία, το χειμώνα το κρύο ήταν τσουχτερό, το καλοκαίρι η ζέστη ανυπόφορη, και το χειρότερο, το κτίριο δεν είχε καν ασανσέρ.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες εξαθλίωσης ζούσε ο Τζίμι.
Ο Τζίμι κατέβασε τα στόρια, για να μην τον δουν οι πουτάνες που πρόσφεραν τη χυδαία σάρκα τους στον καλό, τον κακό και τον άσχημο για μια χούφτα δολάρια. Δεν είναι τυχαίες οι καουμπόικες αναφορές, αν αναρωτιέστε (που στ'αρχίδια σας κιόλας). Ο Τζίμι μπορεί να θεωρηθεί ένας μοναχικός καβαλάρης κάτω απ'τη Δύση, ροκ σταρ, πλέιερ, AC/DC. 
Εν αντιθέσει όμως με το Λούκι Λουκ, ο οποίος υπερασπίζεται τους φτωχούς και επιβάλλει την τάξη, ο Τζίμι ζει από την άλλη πλευρά του νόμου. Βγάζει από την τσέπη του τον ασημένιο αναπτήρα, κειμήλιο του πατέρα του, που ήταν στο Βιετνάμ. Δεν πολέμησε, ψώνιζε πουτάνες. Ήταν το μόνο αντικείμενο που δεν είχε πουλήσει για να αγοράσει πρέζα. Αυτό, και η κιθάρα του, με την οποία έπαιζε στο μετρό και οι περαστικοί του πετούσαν κανένα φραγκοδίφραγκο από λύπηση. 
Τρεμάμενη, σαν τα χέρια του, ήταν κι η φλόγα του αναπτήρα, στην οποία έβαλε ένα κουτάλι ηρωίνη, και το παρακολουθούσε να λιώνει, όπως ακριβώς έλιωνε κι η ζωή του.
Πω, τι έγραψα πάλι ο πούστης, είναι φοβερό.
Γέμισε τη σύριγγα με τον άσπρο θάνατο κι ετοιμάστηκε να την καρφώσει στο μπράτσο του, όπως έκανε κάθε βράδυ, όταν ξαφνικά άκουσε ένα χτύπημα στην πόρτα.
Η σύριγγα του έπεσε απ'τα χέρια. Όχι, δε γίνεται, δεν είναι δυνατόν. Κανείς δεν του είχε χτυπήσει την πόρτα τα τελευταία χρόνια. Οι γονείς του είχαν πεθάνει στα χέρια ληστών όταν ήταν μικρό παιδάκι, είχε ορκιστεί μάλιστα να πάρει εκδίκηση στο όνομα όλων των θυμάτων της αδικίας, αλλά επειδή οι δικοί του γονείς δεν ήταν δισεκατομμυριούχοι του πήρε τη δόξα ο Μπρους Γουέιν. 
Η δε σπιτονοικοκυρά του είχε πάρει απόφαση ότι δεν επρόκειτο να εισπράξει ποτέ νοίκι από δαύτονε και κάλλιο να το είχε νοικιάσει σε εκείνον τον Σέρβο λαθρομετανάστη, Νίκο Μπέλιτς πρέπει να τον λέγανε, αλλά την έπιασε το πατριωτικό της και God Bless America και τέθοια.
Σούρνοντας και τρεκλίζοντας, ο Τζίμι έφτασε με δυσκολία στην πόρτα. Την άνοιξε, καταβάλλοντας προσπάθειες να σταθεί όρθιος. Ήταν μια κοπέλα, με κατάμαυρα μακριά μαλλιά, κοντούλα, αδύνατη αλλά όχι ανορεξικιά, ίσως κάτι σας θυμίζει αυτή η περιγραφή, δεν ξέρω, και κοιτούσε τον Τζίμι με ένα εγκάρδιο χαμόγελο.
-Μήπως έχεις ένα ευρώ;
Ήταν μια πρώτη ενστικτώδης αντίδραση του πρεζακίου, που δεν είχε κι ιδιαίτερο νόημα εδώ που τα λέμε γιατί ούτως ή άλλως στην Αμερική δολάριο έχουν. Σιγά σιγά, όμως, οι μνήμες ξύπνησαν στον Τζέιμς, μνήμες που η ζουζού δεν είχε καταφέρει να σβήσει.
-Να..Νάταλι;
Ήταν όντως η Νάταλι. Φυσικά, εσείς δεν έχετε την παραμικρή ιδέα ποια είναι η Νάταλι, γιατί θα έπρεπε άλλωστε, μόλις τώρα την έβγαλα από την γκλάβα μου. Για να καταλάβετε ποια ήταν η Νάταλι, θα πρέπει να πάμε μερικά χρόνια πίσω, τότε που ο Τζίμι κι η Νάταλι πηγαίνανε μαζί σχολείο, καθόντανε στο διπλανό θρανίο, κι όταν της έδινε το βιβλίο του'λεγε σ'αγαπώ.
Πίσω από τις λέξεις, όμως, κρυβόταν η Αλέξις.
Όχι η Κάρινγκτον από τη Δυναστεία, αλλά μια ξανθιά τσουλάρα αρχηγός των τσιρλίντερ, που τα είχε με τον Μάικ, αρχηγό της ποδοσφαιρικής ομάδας του σχολείου και πιο ηλίθιο κι από έναν κουβά σφηνοτουβλάκια. Όπως καταλαβαίνετε, ο ηλίθιος σφίχτης γκόμενός της δεν της αρκούσε.
Ο Τζίμι, πριν μπλέξει με την παραμύθα, ήταν ωραίος τύπος. Ελαφρώς αξύριστος, μαλλί σγουρό που ανέμιζε στον άνεμο (ο πλεονασμός είναι ποιητική αηδία), σπινθηροβόλα πράσινα μάτια, είχε καλές προϋποθέσεις. Αυτό όμως που τρέλαινε όλες τις κοπέλες στο σχολείο του ήταν τα μαγικά του δάχτυλα.
Εσείς τώρα μπορεί να φαντάζεστε διάφορα σαν διαστροφικοί πορνόμυαλοι που είστε, εγώ όμως μιλάω για τις ικανότητές του στην κιθάρα. Οι φίλοι του στο σχολείο τον αποκαλούσαν Τζίμι Πέιτζ, και δεν είναι επειδή τον λέγανε έτσι στο επίθετο, γιατί τον λέγανε Μπόναμ. Σωστή μπάντα, λάθος όργανο.
Θα μπορούσαν να τον λένε και Χέντριξ, αλλά οι φίλοι του δεν το σκέφτηκαν πιο πριν και τώρα είναι αργά για να τους διορθώσω.
Κι όπως καταλαβαίνετε, η Αλέξις ήθελε αυτά τα μαγικά δάχτυλα να δουλέψουν τις χορδές της. Και τώρα εννοώ αυτό ακριβώς που φαντάζεστε.
Αλλά ο Τζίμι δε γυρνούσε να κοιτάξει την Αλέξις. Είχε μάτια μόνο για την Νάταλι. Ο έρωτάς τους ήταν σαν τον Ρωμαίο και την Ιουλιέτα, τον Τριστάνο και την Ιζόλδη, τον Δον Κιχώτη και τη Δουλτσινέα, τον Ονούρ και τη Σεχραζάτ, και άλλα τέτοια.
Ώσπου ήρθε εκείνη η αποφράδα μέρα. Ήταν 14 Μαρτίου, παγκόσμια ημέρα του Πι, δηλαδή του 3,1415926535 και ακολουθούν άπειρα ψηφία, τα οποία συμβολίζουν το πόσο άπειρα γαμήθηκε ο Δίας εκείνη τη μέρα για τη ζωή του Τζίμι.
Όλα έδειχναν ότι ήταν μια συνηθισμένη μέρα στο σχολείο του Τζίμι: οι ποδοσφαιριστές έδερναν τα φυτά για να τους κάνουν τις ασκήσεις των μαθηματικών, τα ίμο (όταν πήγαινε σχολείο ο Τζίμι υπήρχαν ακόμα ίμο) κλαίγονταν και χαρακώνονταν στις τουαλέτες, οι καυλοσπυροφορεμένοι έφηβοι προσπαθούσαν να τρυπώσουν στα αποδυτήρια των κοριτσιών με αποτέλεσμα να τους πιάνει στα πράσα η ασφάλεια του σχολείου και να τους κάνει τουλούμια στο ξύλο, τίποτα δεν προμήνυε ότι λίγα μόλις χρόνια αργότερα ο Τζίμι θα κατέληγε να χτυπάει πρέζα ολομόναχος σε ένα σκοτεινό ερείπιο.
Η Αλέξις πλησίασε τον Τζίμι, και τον τράβηξε σε μια απόμερη γωνία, για να τον ρωτήσει τι τραγούδια θα έπαιζε στη γιορτή της αποφοίτησης, τάχα μου δήθεν και καλά ας πούμε να πούμε.
-Να, λέω να ξεκινήσω κλασικά, λίγο Μπήτλες, λίγο Στόουνς, θα προχωρήσω με ένα γρήγορο πέρασμα από τους Κουήν και στη συνέχεια, για να πρωτοτυπήσω, θα κάνω ένα αφιέρωμα στη σουηδική μπλακ μέταλ σκηνή.
-Ναι, κοίτα, ας παίξεις και την Καραγκούνα, στ'αρχίδια μου, σε θέλω κολασμένα εδώ και τώρα.
Και τον φίλησε παθιασμένα εκείνη τη στιγμή.
Δυστυχώς, εκείνη τη στιγμή πέρασε από την απόμερη γωνία η Νάταλι. 
Τον χαστούκισε κι έφυγε με δάκρυα στα μάτια.
Καλά κι αυτός ο μαλάκας, θα μου πείτε, για μια ερωτική απογοήτευση έπεσε στην πρέζα; Δεν είναι τόσο απλά τα πράματα, φίλοι μου. Βλέπετε, η Νάταλι ήταν η Εκλεκτή.
-Άρχισες πάλι τις μαλακίες;
Καλά, καλά, το κόβω εδώ.
Την επόμενη στιγμή πέρασε από την απόμερη γωνιά ο Μάικ, και βλέποντας τον Τζίμι με τη γκόμενά του τον σαπάκιασε στο ξύλο.
Αμέσως μετά πέρασε από την απόμερη γωνιά ένας καθηγητής, αποδεικνύοντας ότι αυτή η γωνιά ήταν τόσο απόμερη όσο κι η Πλατεία Αριστοτέλους, και βλέποντας αυτά τα αίσχη απέβαλε τον Τζίμι εξάπαντος απ'το σχολείο.
Κι αμέσως μετά πληροφορήθηκε ότι ο Κωνσταντίνος Μητσοτάκης ήταν μακρινός του θείος, γιατί τέτοια γκαντεμιά μαζεμένη δεν εξηγείται αλλιώς.
Ο Τζίμι πονούσε. Όχι τόσο γιατί μια δίφυλλη ντουλάπα του είχε μετρήσει τα παΐδια (και τα είχε βρει λειψά), αλλά γιατί εξαιτίας του δάκρυσαν τα μπιρμπιλωτά ματάκια της Νάταλι.
Το ίδιο βράδυ πήγε κάτω από το σπίτι της με την κιθάρα του για να της παίξει ένα τραγούδι που έγραψε, με τίτλο "Σε παρακαλώ, συγχώρησέ με, δε φταίω εγώ, φταίει εκείνη η πουτάνα η Αλέξις". Η απάντηση της Νάταλι ήταν ένας κουβάς νερό, κι επειδή το νερό με τα ηλεκτρικά έχουν μια προαιώνια έχθρα κάηκε ο ενισχυτής του Τζίμι, για τον οποίο έκανε οικονομίες όλη του τη ζωή.
Κι αμέσως μετά βγήκε ο πατέρας της. Ο οποίος είχε καραμπίνα. Κι ήξερε να τη χρησιμοποιήσει.
Όπως καταλαβαίνετε, όλα του πήγαιναν στραβά εκείνη τη μέρα. Και το χειρότερο δεν είχε έρθει ακόμα. Όταν γύρισε στο σπίτι της γιαγιάς του, η οποία τον φρόντιζε γιατί οι γονείς του ήταν νεκροί όπως ξαναείπαμε, αυτή του είπε με στόμφο "Ποιος είσαι εσύ; Δεν είσαι ο εγγονός μου".
Ο Τζίμι νόμιζε ότι η γιαγιά του τον είχε απορρίψει από εγγονό της μετά από την είδηση ότι είχε αποβληθεί γιατί διέπραττε αισχρότητες με τις τσιρλίντερ στους διαδρόμους. Στην πραγματικότητα η γριά είχε Αλτσχάιμερ, αλλά το γεγονός στοίχισε πολύ ακριβά στον Τζίμι, ο οποίος, χωρίς κιθάρα, χωρίς σχολείο, χωρίς γιαγιά και το κυριότερο χωρίς Νάταλι, με λίγα ψωροδολάρια στην τσέπη, πήρε σβάρνα όλα τα καταγώγια της Νέας Υόρκης, ξεκίνησε να πίνει, κι έπεσε στην πρέζα.
Όχι εκείνη την ίδια νύχτα ρε ζωντόβολα, σταδιακά, αυτό θα ήταν απλώς παράλογο.
Πίσω στο παρόν, ήταν νύχτα, περασμένες τρεις, σε μια σκοτεινή γκαρσονιέρα μιας βρωμερής συνοικίας της Νέας Υόρκης, κι η Νάταλι κοιτούσε τον Τζίμι, κι ο Τζίμι κοιτούσε στο πάτωμα, γιατί ντρεπόταν να την κοιτάξει στα μάτια.
-Βλέπω, Τζίμι, έγινες πρεζάκι.
Η παρατηρητικότητα ήταν ένα από τα βασικά προσόντα της Νάταλι.
-Δεν είμαι πρεζάκι, είμαι φοιτητής απ'τη Σπάρτη.
Ακόμα και τώρα αρνιόταν να παραδεχθεί ότι ο έρωτάς του γι'αυτήν τον έριξε στα ναρκωτικά.
-Μη μου λες ψέματα, Τζίμι. Είσαι ένας ελεεινός ηρωινομανής, ένα σιχαμερό ανθρωπάριο που υπάρχει μόνο για να παίρνει τη δόση του και δεν έχει καμία απολύτως αξία...
-Τώρα τα παραλές.
Ακολούθησε σιγή ιχθύος με ωροσκόπο Υδροχόο.
-Και...γιατί είσαι εδώ, Νάταλι; Με συγχώρεσες, μετά από τόσα χρόνια;
-Όχι, δουλεύω σε ένα ίδρυμα απεξάρτησης εδώ λίγο πιο κάτω και με στείλανε να μαζέψω πελατεία.
Δεν τον είχε συγχωρέσει. Η σκληρότητά της πλήγωσε βαθύτατα τον εγωισμό του Τζίμι και της απάντησε με αυτά τα πρωτότυπα λόγια, τα οποία σκέφτηκε μόνος του:
-They tried to make me go to rehab, but I said no, no, no.
-Πολύ καλά, Τζίμι. Εγώ απλώς σου έκανα τη δύσκολη για να σε τσιτώσω, αλλά εσύ εγκαταλείπεις.
-...τι; Πώς;
-Μα φυσικά και σε έχω συγχωρέσει, βλάκα! Αλλά εσύ πού να καταλάβεις το μυαλό μιας γυναίκας, θλιβερό πρεζόνι. Φεύγω, έχασες την ευκαιρία σου. Δε σε συγχωρώ
-Στάσου, μύγδαλα! της φώναξε, αρπάζοντας κάτι μύγδαλα που είχε εκεί πρόχειρα.
-Δε μ'αρέσουν τα μύγδαλα.
-Φιστίκια;
-Είμαι αλλεργική.
-Ιμάμ μπαϊλντί;
-Τι; Πού το βρήκες;
-Έπαιζα έξω από ένα γκρικ τάβερν και μου δώσανε ένα τάπερ για να σταματήσω να παίζω.
-Μα, είναι το αγαπημένο μου φαγητό. Φέρε εδώ. Σε συγχωρώ.
Κι ο Τζίμι κοίταξε το πλατύ χαμόγελο της Νάταλι, που δε χαμογελούσε τόσο για τη λαχταριστή μελιτζάνα που ετοιμαζόταν να προσγειωθεί στο στόμα της αλλά πιο πολύ για την επανένωσή της με τον έρωτα της ζωής της, και πέταξε τη σύριγγα με την ηρωίνη απ'το παράθυρο. Δεν τη χρειαζόταν πια.
Τη σύριγγα αυτή τη βρήκε ένας ερασιτέχνης συγγραφέας παύλα μπλόγκερ παύλα απόφοιτος λυκείου της Θεσσαλονίκης, την κάρφωσε στο μπράτσο του, και έγραψε όλες αυτές τις μαλακίες.
The end.

34 σχόλια:

  1. Υπάρχει ένα λαθάκι. Μάλλον, δυο-τρία. Πρώτον, αν οι γονείς του αποτέτοιου εμπορευόντουσαν πουτάνες, αλλά πέθαναν όταν ήταν μικρό παιδάκι, αυτός πως το θυμάται;

    Δεύτερον, αν εμπορεύονταν πουτάνες, πως και δεν είχαν λεφτά;

    Τρίτον και κυριότερο, με τα λίγα ψιλά στην τσέπη του, ΠΩΣ ΣΚΑΤΑ ΑΓΟΡΑΖΕ ΗΡΩΪΝΗ;;;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. α) Δεν το θυμάται. Το θυμάμαι εγώ σαν παντογνώστης αφηγητής.
      β) Δεν κατάλαβες καλά. Ο πατέρας του δεν εμπορευόταν τις πουτάνες, με το "ψώνιζε" εννοώ "χρησιμοποιούσε όπως όλος ο κόσμος".
      γ) Έγινε βαποράκι, DUH!

      Διαγραφή
    2. Με το παντογνώστης αφηγητής μας έστειλες αδιάβαστους.
      Η θεωρητική κατεύθυνση ακούει;

      Διαγραφή
    3. Ακούει. Έκθεση Πρώτης Λυκείου και Λογοτεχνία Δευτέρας,Γεν. Παιδείας.

      Διαγραφή
    4. Σας έχω όλους του χεριού μου, καημένοι.

      Διαγραφή
  2. Ανώνυμος28/6/13 17:28

    Καλύτερος από Δημουλίδου δε λέω,αλλά ντάξει για πρεζάκι της κακιάς ώρας που κάνει και πιάτσα άμα λάχει στο Λευκό τον Πύργο από κάτω καλός ήσουνα!!Πάντα τέτοια!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Όχι και πιάτσα. Τουλάχιστον όχι κάτω από το Λευκό Πύργο (δεν είναι εκεί οι πιάτσες της Ερωτικής μας Πόλης, αστοιχείωτε).

      Διαγραφή
    2. Ανώνυμος28/6/13 18:04

      (Γιατί θα σε κάνει ντα ο Μπουτάρης αν κάνεις πιάτσα κάτω από τον Λευκό τον Πύργο;;;;)

      Διαγραφή
    3. Όχι, αλλά δεν είθισται.

      Διαγραφή
  3. Εγώ πάλι νομίζω ότι τη σύριγγα τη βρήκε η Στέφανι Μέγερ και έγραψε το Twilight.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Το Twilight δεν είναι αποτέλεσμα πρέζας, αλλά έλλειψης πέους στον κόλπο της Μάγιερ, για να το πω επιστημονικά δηλαδή.

      Διαγραφή
  4. Το κακόμοιρο το πρεζάκι τι του έμελε να πάθει...Η ιστορία σου με συγκίνησε και η καρδιά μου σπάραξε.

    Μπα την σύριγγα την βρήκε αυτή που έγγραψε τις 58 αποχρώσεις του γκρί

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ανώνυμος28/6/13 18:58

      58 είναι τελικά αυτές οι αποχρώσεις;

      Διαγραφή
    2. 58 ήταν, 59 ήταν, 60 ήταν
      Πάντως για τον πούτσο σίγουρα ήταν !

      Διαγραφή
    3. 50 ήτανε, εκτός κι αν μετράς τον πληθωρισμό και την τιμαριθμική αναπροσαρμογή, στην οποία περίπτωση βγαίνουν 62.

      Διαγραφή
  5. To πρεζάκι του πρεζακίου ή το πρεζάκι του πρεζακιού?

    Μορφή ο τζίμις...τον βλέπω για σφαγή της Ναταλί στο Chelsea Hotel (της Ν.Υ) σαν άλλον Σιντ "ειμαι πιο πρεζάκι και από την πρέζα και πιο πόζερ από όλους" Βίσιους.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Εγώ του πρεζακίου λέω, αλλά γενικά έχουν προβληματική γενική τα εις "-άκι". Αυτό θα γίνει στο επόμενο επεισόδιο της saga, όταν και αν το βγάλω.

      Διαγραφή
  6. Πάρε λίγη ακόμη πρέζα και κάνε το μυθιστόρημα (για να το πουλάς στα κέντρα απεξάρτησης)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ξέρεις κανέναν καλό ντίλερ στη Θεσσαλονίκη;

      Διαγραφή
    2. Τα έχουμε τα κονέ μας! Θα πιάσεις την καλή!

      Υ.Γ.: Απαιτώ ΜΟΛΙΣ το 82.37% των εσόδων!

      Διαγραφή
    3. Θα σου δώσω λίγη πρέζα, κι άμα σιχαίνεσαι και δικιά σου σύριγγα.

      Διαγραφή
    4. Αρνούμαι να κάνω μπίζνα μαζί σου, είσαι κλέφτης! Και πρεζάκιας!

      Διαγραφή
  7. A, ρε μικρέ, έφυγε το βάρος των Πανελληνίων από πάνω σου και πετάς, ε;
    Άσε τις λίστες και τα βιντεοκλίπ, και γράφε τέτοια!
    Άκου και το καρμικό: Την ώρα που διάβαζα στην ανάρτηση για το Ιμάμ Μπαϊλντί, άκουγα τους Imam Baildi. Τυχαίο;
    (Βασικά ναι, τυχαίο ήταν, αλλά ήθελα να το αναφέρω)

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  8. Εμένα μ' άρεσε πολύ. The end.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  9. δεν ξέρω ποιος είσαι, αλλά θα σε βρω και θα σε γαμήσω που απήγαγες το Θωμά

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ο Θωμάς είμαι, αλλά περίμενα την αντίδρασή σου και σκηνοθέτησα την απαγωγή μου για να ικανοποιήσω το αιώνιο απωθημένο μου να φάω σκληρή Κρητική μεταλλάδικη πούτσα.

      Διαγραφή
    2. δεν πηδάω τους συγγενείς μου

      Διαγραφή
    3. Τι βαθμός συγγένειας μας ενώνει, αγαπητέ;

      Διαγραφή
  10. Κι εμένα μου άρεσε πολύ και ομολογώ ότι στο σημείο με Page και Bohnam (Σωστή μπάντα, λάθος όργανο) γέλασα με την καρδιά μου.

    Μπράβο βρε Thomas, ήταν λουκούμι!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  11. "Τη σύριγγα αυτή τη βρήκε ένας ερασιτέχνης συγγραφέας παύλα μπλόγκερ παύλα απόφοιτος λυκείου της Θεσσαλονίκης ΠΑΥΛΑ ΦΟΙΤΗΤΗΣ, ΠΑΥΛΑ ΕΥΦΥΗΣ, ΠΑΥΛΑ ΓΑΜΑΤΟΣ ΝΕΟΣ, ΠΑΥΛΑ ΑΔΥΝΑΜΙΑ ΤΗΣ ΚΡΗΤΗΣ....ΚΛΠ Ως ΤΟ ΆΠΕΙΡΟ"

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ναι, μαμά(θα σε λέω μαμά για να μπορεί να λέει ο Χωστήρας "γαμώ τη μάνα σου" και να ισχύει).

      Διαγραφή

Ξέρετε, πολλές φορές συμβαίνει τα σχόλια να είναι ακόμη πιο έξυπνα, εύστοχα ή ουσιαστικά από την εγγραφή καθεαυτή. ΟΧΙ ΕΔΩ. Αν σας έρθει καμιά εξυπνάδα, κρατήστε την για τον εαυτό σας.