Παρασκευή 30 Αυγούστου 2013

Ο Εκλεκτός: Τα Πρώτα Χρόνια

Το προηγούμενο μέρος της saga εδώ. Το τέταρτο και τελευταίο μέρος θα βγει όταν και αν το θυμηθώ.
Η Τζίνα κι ο Τζακ βρίσκονταν αραχτοί, με τα μαγιό τους, σε μια ξαπλώστρα σε ένα από τα καλύτερα ξενοδοχεία της Χαβάης, και απολάμβαναν από μία Πίνα Κολάντα, όταν η Τζίνα άρχισε να ρωτάει:
-Δε μου είπες, Τζακ, γιατί επέλεξες το δικό μας σπίτι για να σώσεις τον κόσμο από την απειλή των One Direction;
-Η μοίρα σου, Τζίνα, δε σε προόριζε να μείνεις και να γεράσεις με αυτόν τον κλούβιο τον Τόμι. Είναι γραφτό σου να έρθεις μαζί μου και να κάνουμε πολλά μικρά Εκλεκτάκια.
-Και, για πες μου, εσύ πώς συνειδητοποίησες ότι είσαι ο Εκλεκτός;
-Είναι μεγάλη ιστορία. Δεν προτιμάς καλύτερα να πάμε να κάνουμε κανένα Εκλεκτάκι πίσω από εκείνους τους θάμνους;
-Όχι, θέλω να μου πεις την ιστορία.
-Μμμ, γυναίκες. Τέλος πάντων, θα σου πω την ιστορία.
Γεννήθηκα το 1969 στο Bumfuck της Αλαμπάμα. Ήταν μια μικρή πόλη και δεν υπήρχαν και πολλά να κάνεις. Μπορούσες να πας στο σχολείο, να βοσκήσεις τα γελάδια ή να διαβάσεις το τελευταίο τεύχος του τοπικού περιοδικού "Κτηνοτροφία και Κτηνοβασία", μέχρι εκεί. Από τις σημαντικότερες στιγμές της πόλης μας ήταν όταν έγινε στάση της μεγάλης περιοδείας των Lynyrd Skynyrd, για να βάλουν βενζίνη.
Το 1984, στις 9 Ιανουαρίου, στα δέκατα πέμπτα γενέθλιά μου, οι γονείς μου αρνήθηκαν να μου πάρουν το νέο φορτηγάκι που είχε φέρει ο Τζιμ ο Απατεώνας στο μαγαζί με τα φορτηγάκια. Έτσι αποφάσισα ότι δεν τους χρειαζόμουν, ότι μπορούσα να ζήσω μόνος μου κι ότι ήμουν πλέον αρκετά ώριμος για να τα καταφέρω.
Έφυγα νύχτα απ'το σπίτι, με μόνες προμήθειες ένα κομμάτι ψητό σκίουρο, μία μπύρα, ένα βιολί κι ένα φεγγάρι. Περιπλανήθηκα για πολλές μέρες στα βαλτοτόπια της Αλαμπάμα, σκαρφάλωσα σε χιονισμένα βουνά, βρήκα τον Μεγαλοπόδαρο, γλίτωσα από ορδές μανιασμένων ρέντνεκς και έχασα την παρθενιά μου, κάτι που με κατέστησε ανήμπορο να κάτσω για μερικές μέρες.
Εν τέλει, κάποια στιγμή που σταμάτησα σε μια πηγή να ξεδιψάσω, βρήκα ένα ασυνήθιστο θέαμα: μια ηλεκτρική κιθάρα ήταν καρφωμένη σε ένα βράχο, και από κάτω ήταν χαραγμένα τα εξής λόγια: "αυτός που θα καταφέρει να ξεσφηνώσει την Πρώτη Κιθάρα του Φαν Χάλεν από το βράχο θα είναι ο Εκλεκτός".
Φυσικά, η ιδέα του να γίνω ο Εκλεκτός με ιντρίγκαρε αφάνταστα, γιατί έτσι θα έδειχνα στους γονείς μου τι λάθος είχαν κάνει. Δεν ήξερα βέβαια ποιος ήταν αυτός ο Φαν Χάλεν, γιατί το μόνο ραδιόφωνο που είχαμε τότε στο χωριό έπαιζε αποκλειστικά Τζόνι Κας, αλλά ακουγόταν σαν κάποιος μυθικός Ιππότης από την Ευρώπη.
Στην αρχή δοκίμασα να την τραβήξω, αλλά μάταιος κόπος. Της έριξα κλωτσιές, τίποτα. Έφερα γερανό από την κοντινή πόλη να την τραβήξω, αλλά έσπασε το καλώδιο. Έβαλα εκρηκτικά κάτω από το βράχο, αλλά μου έσκασαν στη μούρη και πετάχτηκα από το γκρεμό σαν το Κογιότ. Στο τέλος αγανάκτησα, πήρα ένα Ούζι κι άρχισα να πυροβολώ την ταστιέρα.
Τότε όμως συνέβη κάτι το εκπληκτικό. Καθώς οι σφαίρες χτυπούσαν τις χορδές, παρήχθη ένας απόκοσμος ήχος, του οποίου την ταυτότητα σαν φτωχό επαρχιωτόπουλο δεν ήξερα ακόμα, και μόλις τελείωσαν οι σφαίρες η κιθάρα ξεσφηνώθηκε από το βράχο, άρχισε να αιωρείται στον αέρα, και μια δυνατή λάμψη με χτύπησε κατάμουτρα. Έπεσα κάτω από την τυφλωμάρα, και μια επιβλητική φωνή μου φώναξε:
-Σαούλ, Σαούλ, γιατί με καταδιώκεις;
Το είχα ξανακούσει αυτό στο κατηχητικό.
-Ιησού, εσύ;
-Ναι, οπωσδήποτε. Δεν είμαι ο Ιησούς, αλλά ο Έντι Φαν Χάλεν και βλέπω ότι κατάφερες να ξεσφηνώσεις την Πρώτη Κιθάρα μου από το βράχο. Άρα είσαι ο Εκλεκτός!
-Μα...εγώ...πώς...δεν ξέρω...απλώς πυροβολούσα και...
-Μα, αυτό ακριβώς ήτανε το κόλπο! Για να ξεσφηνώσεις την κιθάρα έπρεπε να παίξεις το σόλο του Eruption, πυροβολώντας την ταστιέρα με Ούζι. Κι εσύ τα κατάφερες! Η μοίρα σου, Τζακ, δεν είναι να βόσκεις γελάδια στην Αλαμπάμα, αλλά να καταστείλεις το Κακό! και το Έγκλημα! σε κάθε μορφή του.
-Μα είμαι απλώς ένα φτωχό επαρχιωτόπουλο, δεν ξέρω τίποτα από κιθάρα ή από Εκλεκτούς, πώς θα τα καταφέρω;
-Μα, ανόητε, θα σε εκπαιδεύσω εγώ!
Λίγες μέρες αργότερα, βρισκόμουν στη βίλα του Φαν Χάλεν στην Καλιφόρνια, όπου και θα υποβαλλόμουν σε μια σειρά δοκιμασιών, για να διαπιστωθεί αν ήμουν έτοιμος να γίνω ο Εκλεκτός.
-Πρώτη δοκιμασία, Τζακ, είπε ο Έντι. Πάρε αυτό εδώ το τσιγάρο...
-Δεν καπνίζω, του είπα.
-Σκάσε, από εδώ και στο εξής καπνίζεις. Θα πάρεις αυτό εδώ το τσιγάρο, θα ανέβεις στη μηχανή που βλέπεις εδώ πέρα, θα πλαγιάσεις μέχρι το σκουλαρίκι σου να αρχίσει να βγάζει σπίθες στην άσφαλτο και θα το ανάψεις με αυτές τις σπίθες.
-Μα δε φοράω σκουλαρίκι.
Τότε πήρε ένα σκουλαρίκι και μου το τρύπησε κατευθείαν μέσα στο αυτί.
-Τώρα φοράς. Ξεκίνα.
Ανέβηκα στη μηχανή, με το τσιγάρο στο στόμα, μάρσαρα δυο-τρεις φορές και ξεκίνησα να τρέχω. Άρχισα να γέρνω, σίγουρος ότι θα σαβουρντηχτώ και θα μου πει "άστο, αγόρι μου, δεν κάνεις για Εκλεκτός, τράβα πίσω στα γελάδια σου", αλλά κατάφερα να τρίψω αρκετά το σκουλαρίκι για να πεταχτούν σπίθες, άναψα το τσιγάρο και ξαναήρθα όρθιος.
Η πρώτη τζούρα νικοτίνης πλημμύρισε τα πλεμόνια μου κι αμέσως ένιωσα ένα αίσθημα ευφορίας. Και με αυτό εννοώ ότι έπαθα κοκομπλόκο, άρχισα να βήχω και να φτύνω για δυο μέρες, άλλαξε ο μεταβολισμός μου κι έπαθα καρκίνο του πνεύμονα. Μείνετε μακριά από το τσιγάρο. Τζιζ.
Ο Έντι με κοιτούσε με ένα βλέμμα υπερηφάνειας κι έκπληξης.
-Ωραία τα πήγες. Ώρα για τη δεύτερη δοκιμασία. Βλέπεις αυτά εκεί τα δυο μελαχρινά που χάσκουν έξω απ'την αυλόπορτα περιμένοντας να βγω και να με πάρουν στο κυνήγι; Θα τα πάρεις και θα τα ικανοποιείς για δύο ώρες συνεχόμενα.
Αυτό πια φάνταζε αδύνατο. Έβλεπα τα μελαχρινά και ήταν πολύ ωραία μελαχρινά, αλλά όχι τόσο ωραία όσο εσύ, Τζίνα μου, κι άσε κάτω τη σαγιονάρα. Τα πήρα στο guest room, ξεκίνησα να τα ικανοποιώ, ενώ ταυτόχρονα προσπαθούσα να φανταστώ ό,τι πιο αντιερωτικό υπήρχε. Στην αρχή σκέφτηκα τη γελάδα μου τη Λίζα που είχα στο Bumfuck, αλλά αυτό είχε μάλλον τα αντίθετα αποτελέσματα.
Μετά άρχισα να σκέφτομαι τον Τζιμ τον Απατεώνα, έναν φοβερό μπίχλα που ήταν γεμάτος λεκέδες από χάμπουργκερ στο πουκάμισό του και την έπεφτε με χυδαίο τρόπο στις πελάτισσές του, αλλά τότε θυμήθηκα την πελάτισσά του την Πέγκι Σου, που ήταν ξανθιά, με στητό κώλο, ένα από τα πρώτα μου εφηβικά σκιρτήματα, κι αμέσως άλλαξα κανάλι γιατί είχαν περάσει μόνο περίπου τρία λεπτά και 26 δευτερόλεπτα και πέντε δέκατα.
Άρχισα να σκέφτομαι κάτι που δε θα μπορούσε ποτέ να γίνει, αλλά ήταν άκρως αποτελεσματικό στο να μου μαλακώσει: φαντάστηκα τον Μάικλ Τζάκσον, γνωστό τραγουδιστή της εποχής, ότι έχει γίνει λευκός, με παραμορφωμένο πρόσωπο και παιδεραστής. Φυσικά αυτό δεν έγινε ποτέ, αλλά κατάφερα να αντέξω όχι δύο, αλλά τρεις ώρες.
-Λοιπόν, κορίτσια, πώς σας φάνηκα; ρώτησα ανάβοντας τσιγάρο, μια συμπεριφορά τελείως ηλίθια κι ανεύθυνη που κανένας σας δεν πρέπει να ακολουθήσει, γιατί μοιάζεις σαν ψώνιο όταν ρωτάς πώς της φάνηκες.
-Εξαιρετικός, είπε η μία.
-Ναι, σχεδόν σαν τον Έντι, είπε η άλλη, και άρχισαν και οι δύο μαζί να τρέχουν στο σαλόνι σκούζοντας ΕΝΤΙΙΙΙΙΙΙΙΙΙ! Ο Έντι, που παρακολουθούσε κρυμμένος σε μια ντουλάπα, βγήκε και με συνεχάρη.
-Και τώρα ήρθε η ώρα για τη δοκιμασία της δημιουργικότητας. Σου δίνω μια τσιχλόφουσκα, ένα μεταλλικό κοντάρι τεσσάρων μέτρων, ένα σουτιέν νούμερο 34C και έναν ηλεκτρικό αποχυμωτή. Με αυτά εδώ θα μου φτιάξεις μια συσκευή που διώχνει τα κουνούπια.
-Τι;
-Αυτό που άκουσες. Μας έχουνε φάει τα γαμιόλια, δεν μπορώ να παίζω κιθάρα και να ξύνομαι ταυτόχρονα. Ξεκίνα.
Είχα μείνει σαν χαμένος. Πώς γίνεται να φτιάξεις μια συσκευή που διώχνει τα κουνούπια με ένα μεταλλικό κοντάρι τεσσάρων μέτρων, μια τσιχλόφουσκα, έναν ηλεκτρικό αποχυμωτή και ένα σουτιέν νούμερο 34C;
Αλλά δύο μέρες μετά, ο Έντι ήρθε και με βρήκε.
-Μπράβο σου! Έχει να με βρει κουνούπι δύο μέρες. Πώς το κατάφερες με αυτά τα άκυρα υλικά που σου έδωσα;
-Πλάκα μου κάνεις; Πήγα στο σούπερ μάρκετ κι αγόρασα φιδάκι.
-Α. Αυτό είναι ακόμα καλύτερο! Σκέφτεσαι έξω απ'το κουτί, κι αυτό μου αρέσει. Επομένως κάνεις για Εκλεκτός. Αλλά τι έκανες με αυτά που σου έδωσα;
-Την τσιχλόφουσκα την έφαγα, με τον αποχυμωτή έστυψα μερικά πορτοκάλια να πίνουμε κανένα screwdriver, με το κοντάρι έκανα προπόνηση στο άλμα επί κοντώ και το σουτιέν...ε...δεν ξέρω τι απέγινε.
-Μάλιστα. Είσαι σχεδόν έτοιμος. Τώρα το μόνο που απομένει είναι να μάθεις καράτε κι άλλες πέντε πολεμικές τέχνες, είκοσι εφτά γλώσσες, ανώτερα μαθηματικά και προγραμματισμό, να μου κάνεις τη φορολογική μου δήλωση και να βρεις θεραπεία για το hangover, και θα είσαι έτοιμος να πολεμήσεις το έγκλημα.
Για τα επόμενα δύο-τρία χρόνια ήμουν φοβερά απασχολημένος με προπονήσεις, διάβασμα και χημικά πειράματα, ώσπου μια μέρα στις αρχές του 1987 ο Έντι μου είπε τα εξής σοφά λόγια:
-Είσαι πλέον έτοιμος να αντιμετωπίσεις το έγκλημα. Από μένα θα έχεις απεριόριστη πίστωση και δώρο αυτό το παντελόνι με τις μαγικές τσέπες που χωράνε τα πάντα και τα κοάλα. Αν ποτέ τα σκατώσεις, χτύπα ένα τηλέφωνο και θα έρθω να σε βοηθήσω. Α! Και να χρησιμοποιείς πάντα ψευδώνυμα. Αν ο κόσμος μάθει ποιος είσαι, πας χαμένος.
Θυμάμαι ακόμα την πρώτη μου αποστολή. Είχα να αντιμετωπίσω τον Χέρμπερτ τον Σατανικό Χασάπη, ο οποίος είχε δηλητηριάσει κόσμο και κοσμάκη με τα σάπια κρέατά του. Τον στρίμωξα μέσα στον καταψύκτη του, του έριξα μερικές στριφογυριστές κλωτσιές, η κίνηση-σήμα κατατεθέν μου πριν την σφετεριστεί ένας πουθενάς ηθοποιός ονόματι Τσακ κάτι, ούτε που θυμάμαι πως τον λένε, και πριν τον αποτελειώσω, τον ρώτησα:
-Γιατί, Χέρμπερτ; Γιατί;
-Γιατί η μικρή Κάθριν δε μου έδωσε την καρδιά της.
-Α, την είδα προχθές, σε μια συναυλία των Γκανς Εν Ρόουζες, να ουρλιάζει και να σκίζει το καλτσόν της για τον Άξελ Ρόουζ.
-Πώς; Ήταν συμμαθητής μας στο σχολείο. Αυτός ο καταραμένος μορφονιός. Πώς μπόρεσε; Τίποτα δε με νοιάζει πια. Αποτέλειωσέ με.
Τον αποτέλειωσα, αλλά συνειδητοποίησα ότι είχα κλειδωθεί μέσα στον καταψύκτη και η πόρτα ήταν πολύ γερή για να σπάσει. Όταν με βρήκανε, είχε πάει 2003, κάτι που εξηγεί γιατί είμαι μόνο 28 χρονών.
Πήγα στο πανεπιστήμιο, όπου και σπούδασα Δημιουργική Παπαρολογία, κι εκεί γνώρισα τη Μάντελαϊν. Έκανα το λάθος να της δώσω το αληθινό μου όνομα, ξεχνώντας τη συμβουλή του Μέντορά μου, κι εκείνη απελευθέρωσε στον κόσμο το σατανικό της δημιούργημα, το Fiat Multipla. Αλλά στη συνέχεια την κατατρόπωσα με τις τεράστιες σεξουαλικές ικανότητές μου.
Στην πορεία της καριέρας μου χρησιμοποίησα πολλά ψευδώνυμα. Άντολφ Φον Στάιγκερ, Γκιόργκι Τζαμπαζβίλι, Ουντέμπε Ουγκαντέντε, Νίκος Κούκος, Ακίρα Κουροσάβα, Μπράιαν Γκρίφιν, μέχρι και σαν Λούλα που τα κάνει Ούλα κυκλοφορούσα ένα διάστημα το καλοκαίρι του 2006, αν και δεν είμαι πολύ περήφανος γι'αυτό.
Αυτή τη στιγμή που μιλάμε εγώ είμαι ο επιτυχημένος Τούρκος επιχειρηματίας Ντολμά Καραγκιοζμπερντέ και εσύ η διάσημη Βιετναμέζα τραγουδίστρια Φακ Για Χο. Είναι απαραίτητα μέτρα προφύλαξης, αν και δε διαβλέπω κάποιον κίνδυνο εδώ.
Εκείνη τη στιγμή ο Τζακ ολοκλήρωσε τη διήγησή του και μια Χαβανέζα καμαριέρα έφερε ένα τηλέφωνο λέγοντας:
-Κύλιε Ντολμά, τηλεφώνημα από τη Λωσία.
-Ρωσία; Α, θα είναι ο φίλος μου ο Μιροσλάβ. Ντόμπρε ούτρα, Μιροσλάβ! Ατσγκόνια ταραβόνια, τσε εσ κα, ντα; Όι; Βούντκαγια καπούτσκαγια; Χούι, γκαντόν! Ντα, ντα, αεροφλότσκαγια να Ρούσκαγια. Γκλασνόστ.
Κι έκλεισε το τηλέφωνο.
-Τι έγινε, μωρό μου;
-Στη Ρωσία, κάποιος παρανοϊκός εμπρηστής απειλεί να κάψει όλα τα αποθέματα βότκας. Δυστυχώς πρέπει να εγκαταλείψουμε τις διακοπές μας και να πάμε να δούμε τι συμβαίνει.
Κι έτσι ξεκίνησαν για το αεροδρόμιο, μην έχοντας την παραμικρή ιδέα ποιος μπορεί να κρυβόταν πίσω από όλα αυτά. Αλλά οι αναγνώστες μάλλον υποψιάζονται ποιος είναι...
Υ.Γ. Πλέον είμαι και επίσημα φοιτητής του Μηχ. Μηχ. του Αριστοτελείου με σήμα τον Άγιο Δημήτριο Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης. Δοξάστε με και τέθοια.

Δευτέρα 26 Αυγούστου 2013

Reminds me of childhood memories


Όχι, μην ταράζεστε, δεν είμαι ερωτοχτυπημένος.
Αλήθεια λέω.
Σκάστε βλαμμένα.
Θα σας μιλήσω για πραγματικές παιδικές αναμνήσεις, για τότε που ο Θωμάς ο Βάρβαρος ήταν ένα μικρό παιδάκι, τα χρόνια της ανεμελιάς, αρχές της δεκαετίας '00, τότε που όλοι ήταν πλούσιοι, όλοι είχαν λεφτά, όλα ήταν υπέροχα και η μόνη αγωνία του κόσμου ήταν τι κάνει ο Τσάκας και οι λοιποί διαγωνιζόμενοι του Μπιγκ Μπράδερ.
Και αφορμή για το σημερινό μας ταξίδι στη μνήμη αποτελεί αυτό εδώ το πράμα:
Τι είναι αυτό εδώ το πράμα; Όπως θα σας πληροφορήσει κι ο Κάπτεν Όμπβιους, αν κάνετε έναν κόπο να πάτε να τον ρωτήσετε, αυτό είναι ένα μηχάνημα που ρίχνεις μέσα ένα κέρμα και παίρνεις ένα λαστιχένιο μπαλάκι, ή έναν βώλο, ή ένα μπαλακοειδές αντικείμενο τέλος πάντων. Και υπήρχε έξω από κάθε ψιλικατζίδικο. 
Και μάλιστα, κάτι που δε φαίνεται καλά στη φωτογραφία γιατί δεν έχω εκατόν σαρανταδώδεκα μεγκαπίξελ στο κινητό μου, πάνω στο συγκεκριμένο έχει τιμή σε ευρώ. Από αυτό το στοιχείο ο Σέρλοκ Χολμς συμπεραίνει ότι αυτά τα πράματα χρησιμοποιούνταν τουλάχιστον μέχρι το 2002.
Και μετά, μια μέρα, εντελώς αθόρυβα και χωρίς να πάρει χαμπάρι κανείς, εξαφανιζόλ. Τα περισσότερα ξηλώθηκαν, και μόνο λίγα έμειναν, ερειπωμένα και μαραζωμένα, σαν απομεινάρια ενός ένδοξου παρελθόντος. Κάτι σαν τα καρτοτηλέφωνα.
Τα οποία αποτελούν επίσης μια έντονη ανάμνηση του παρελθόντος μου, γιατί ο πατέρας μου έκανε συλλογή από τηλεκάρτες, κι έτσι κάθε φορά που μας πήγαινε βόλτα εμένα και την αδερφή μου κάναμε εκατόν ενενήντα στάσεις προς άγρα αδέσποτων τηλεκαρτών.
Αλλά τα καρτοτηλέφωνα πέθαναν γιατί ο κόσμος άρχισε να παίρνει κινητά. Τα μηχανήματα αυτά με τις μπίλιες γιατί σταμάτησαν να υπάρχουν; Δε θα μάθουμε ποτέ.
Και κάπως έτσι τηλεμεταφέρθηκα πίσω εκεί γύρω στο 2002, μέχρι 2005 πες, που ήμουν μικρό παιδάκι, όλα ήταν δροσερά σαν τον καταγάλανο ουρανό και ξέρετε πώς πάει παρακάτω το τραγούδι, όταν την κοιτάω επιστρέφω σε εκείνο το ιδιαίτερο μέρος κι άμα την κοιτάξω για πολύ θα μπήξω τα κλάματα και ΔΕΝ είμαι ερωτοχτυπημένος, τελειώνετε.
Σχολείο
Η γειτονιά μου δεν είναι καμιά ιδιαίτερη γειτονιά, και το δημοτικό που πήγαινα δεν ήταν κανένα ιδιαίτερο δημοτικό (ήταν πάντως πολύ καλύτερο από το λύκειο που πήγα). Και τα πράγματα δεν βοηθούνταν ιδιαίτερα από το γεγονός ότι ήμουν το teacher's pet, το χαϊδεμένο, και πάνω απ'όλα ένα ελεεινό σπασικλάκι.
Σε ένα ντουλάπι μου είναι φυλαγμένα όλα τα τετράδια εκθέσεων του δημοτικού, τα οποία έχω υποσχεθεί στον εαυτό μου να απανθρακώσω κάποια στιγμή, και στα οποία ο παρελθοντικός εαυτός μου έγραφε τερατουργήματα του τύπου "το σχολείο είναι υπέροχο γιατί κάθε μέρα μαθαίνουμε καινούρια πράματα και μακάρι να είχαμε κάθε μέρα σχολείο", και τα αποκαλύπτω μόνος μου για να μην μπορεί να με εκβιάζει η αδερφή μου.
Αυτό το ξεπέρασα κάπου γύρω στο γυμνάσιο, χάρη σε μια κοιμισμένη φιλόλογο, έναν καθυστερημένο παιδέρα καθηγητή καλλιτεχνικών κι έναν στριμμένο μαθηματικό που έριχνε είκοσι απουσίες σε κάθε μάθημα. Συν το γεγονός ότι τα σπασικλάκια δεν καλοπερνάνε στο δημοτικό και περνάνε δέκα φορές χειρότερα στο γυμνάσιο.
Οι καθηγητές μου πάντως συνέχισαν να με λατρεύουν, εκτός από τη φυσικό που είχα φέτος στης οποία την ώρα δε σταμάτησα να μιλάω με τις συμμαθήτριες που κάθονταν πίσω μου, Ναταλία και Αναστασία (όχι, Ρασκόλνικωφ, δεν την έπεσα σε καμία από τις δύο και δεν έχω τέτοια πρόθεση, η Ναταλία έχει ξυρίσει το μισό κεφάλι της κι η Αναστασία μοιάζει σαν Στρουμφάκι).
Παρ'όλα αυτά, έχω μάλλον θετικές αναμνήσεις από το δημοτικό (κάτι που δεν μπορώ να πω για το γυμνάσιο), και γι'αυτό ευθύνονταν οι εκδρομές. Εκδρομές κάναμε στα εξής τρία μέρη: Λουτρά Λαγκαδά, Φράγμα Θέρμης, Χωριό της Ειρήνης. Δεν μπορείς να λες ότι υπήρξες μαθητής στο νομό Θεσσαλονίκης αν δεν πήγαινες τουλάχιστον μια φορά το χρόνο σε ένα από αυτά τα μέρη.
Και κάποιες άλλες μέρες απλά μας την έδινε ομαδικώς και φωνάζαμε εν χορώ "ΕΚ-ΔΡΟ-ΜΗ-ΕΚ-ΔΡΟ-ΜΗ", οπότε οι δάσκαλοι ή για να μην ακούν τη γκρίνια μας ή επειδή βαριόντουσαν, μας έπαιρναν και μας πήγαιναν σε μια θλιβερή παιδική χαρά δίπλα στις γραμμές του τρένου. Μην τρελαίνεστε, υπήρχαν κάγκελα ανάμεσα, δε μας μισούσαν τόσο πολύ οι δάσκαλοί μας.

Αναγνώσματα
Εκτός από τα μαθήματα του σχολείου, τα οποία διάβαζα ανελλιπώς γιατί όπως ξαναείπαμε ήμουν ένα ελεεινό σπασικλάκι, υπήρχαν και πολλά άλλα πράματα που διάβαζα. Δεν εννοώ τις ετικέτες των απορρυπαντικών κατά τη διάρκεια του χεσίματος, εξυπνάκηδες.
Όσοι ήσασταν παιδάκια στις αρχές της προηγούμενης δεκαετίας, θα θυμάστε σίγουρα ότι το συγγραφικό μαστ της εποχής για μικρά παιδάκια, η Λένα Μαντά του νηπιαγωγείου, ήτανε ο Ευγένιος Τριβιζάς, ο οποίος βέβαια κατηγορείται από τον Διπρόσωπο ότι ήταν στυγνός παιδεραστής, αλλά στα αθώα παιδικά ματάκια μας, ο Γιουτζίν γαμούσε.
ΟΚ, αυτό ακούστηκε αποκρουστικά λάθος σε πάρα πολλά επίπεδα, αλλά τολμάτε να συγκρίνετε Τριβιζά με τον Μάικ τον Φασολάκη;
Επιπλέον, ο Γιουτζίν, εκτός από συμβατικά παραμύθια, είχε γράψει και Choose Your Own Adventure. Ξέρετε, αυτά που λένε "άμα θες να γίνει το τάδε πάνε στην τάδε σελίδα, αν θες να γίνει το δείνα πάνε στη δείνα σελίδα". Για μια γενιά που δεν είχε γνωρίσει ποτέ της το ίντερνετ, αυτά ήτανε πρωτόγνωρα επίπεδα διαδραστικότητας.
Και μετά φυσικά υπήρχαν τα κόμικς. Ο Αστερίξ, που τότε δε σκάμπαζα τα βαθύτερα νοήματα και απλά απολάμβανα τον Οβελίξ να ρίχνει μπούφλες στους Ρωμαίους. Οι "Κωμωδίες του Αριστοφάνη σε Κόμικς", που έχουν τόση σχέση με τις κωμωδίες του Αρίστου όση και η Τροία του Μπραντ Πιτ με την Ιλιάδα.
Και φυσικά τα καθ'εαυτό Μικυμάου. Με την εξής διαφορά: ποτέ μου δε χώνεψα τον Μίκυ. Μου φαινόταν πάντα ένας απωθητικός ξερόλας, που δεν μπορεί να κάνει λάθος, που πρέπει να αποτελεί πρότυπο για όλα τα καλά παιδάκια και ΜΠΛΙΕΧ.
Αναπόφευκτα ταυτίστηκα με το underdog της υπόθεσης, τον Ντόναλντ. Ειδικά οι ιστορίες που ο θείος Σκρουτζ τον έπαιρνε μαζί με τους Χιούι, Λιούι και Ντιούι και πήγαιναν στην άλλη άκρη του κόσμου να βρουν κάποιον καινούριο θησαυρό και να προσθέσει κι άλλα λεφτά στα τρία κυβικά εκτάρια που είχε ήδη.
Υπήρχαν καμιά εικοσαριά διαφορετικά περιοδικά με Μικυμάου, από τα οποία το πιο εντυπωσιακό ήταν κάποια τεύχη του Αλμανάκο. Αυτό ήταν πιο μεγαλίστικης φιλοσοφίας, είχε αφιερώματα στο NBA, εποχής Τζόρνταν μιλάμε, βιντεοπαιχνίδια, πάλι εποχής Τζόρνταν, και από ιστορίες είχε τον Φάντομ Ντακ, που ουσιαστικά ήταν ο Ντόναλντ που έβαζε μια μάσκα και πολεμούσε το έγκλημα.
Δε θα τολμούσα να βγάλω κάτι τέτοιο από το μυαλό μου.
Το τελευταίο περιοδικό που θυμάμαι ότι έπαιρνα ήταν το Sporty, ένα περιοδικό που περιείχε ό,τι ακριβώς περιμένατε να περιέχει ένα περιοδικό που απευθύνεται σε δωδεκάχρονα αγοράκια: ποδόσφαιρο, μπάσκετ, βιντεοπαιχνίδια, γκόμενες με τερατώδη βυζιά και χιούμορ επιπέδου Σεφερλή. Και μετά βάλαμε ίντερνετ και σταμάτησα να ασχολούμαι με περιοδικά.
Τηλεόραση
Εν αρχή ήσαν τα Στρουμφάκια, φυσικά. Το ότι τα Στρουμφάκια αντιπροσωπεύουν υπαρκτό σοσιαλισμό ήταν μια άλλη ιστορία, αλλά και μόνο το ότι υπήρχε γκέι Στρουμφάκι (ο Μελένιος) και ότι μια γυναίκα ζούσε με εκατό άντρες, έδειχναν ότι ήταν πολύ προχώ.
Στο Μέγκα είχε πάλι το Mickey Mouse Club. Όχι το ορίτζιναλ με Τίμπερλεϊκ και Μπρίτνεϊ, άλλωστε αυτοί ήταν ήδη μέλος boy band/ξανθό τσουλάκι, αντίστοιχα. Έδειχναν κινούμενα σχέδια Μίκυ Μάους, κι επίσης Flintstones. Οι οποίοι, όταν είχαν βγει το 60, απευθύνονταν σε ενήλικο ακροατήριο.
O tempo'a, o mo'es, που θα έλεγε κι ο πει'ατής από το Αστε'ίξ.
Το άλλο που θυμάμαι καθαρά ήταν τα Φραουλόπουλα, που ήταν το πρώτο και μοναδικό κινούμενο ελληνικής παραγωγής, και στο οποίο ήταν η Πανδώρα και ο Πλάτων, τα δύο τελευταία εναπομείναντα Φραουλόπουλα, των οποίων τα δάκρυα είχαν μαγικές ιδιότητες και τα κυνηγούσε μια κακιά μάγισσα με τους άχρηστους γιους της για να αποκτήσει παγκόσμια κυριαρχία ή κάτι τέτοιο.
Μια φορά από τα καινούρια επεισόδια του Μπομπ Σφουγγαράκη καλύτερο ήτανε.
Τότε ο Μπομπ ήταν ακόμα στις αρχές, που είχε χιούμορ και για παιδιά και για ενήλικους κι ο Μπομπ δεν είχε μεταμορφωθεί ακόμα σε έναν ανατριχιαστικό stalker του Καλαμάρη κι ο Πάτρικ είχε ακόμα κάποια σημάδια νοημοσύνης κι ο Καβούρης μια στοιχειώδη αξιοπρέπεια και ναι, bottom line, τα καινούρια επεισόδια τον παίρνουν.
Αλλά, δεν μπορείς να μιλάς για παιδική τηλεόραση των αρχών των '00 και να μην αναφερθείς στα Πόκεμον. Αν και δεν έκατσα ποτέ να τα παρακολουθήσω συστηματικά, θυμάμαι ακόμα τις σκηνές που ο Σνόρλαξ ξεραινόταν κι έκλεινε δρόμους, το Τζίγκλυμπαφ που νανούριζε γλυκά τον κόσμο και μετά τους ζωγράφιζε με μαρκαδόρο, τον Μπροκ που ερωτευόταν όλες τις νοσοκόμες που έβλεπε και φυσικά το ΕΠΙΚΟ ίντρο της Ομάδας Πύραυλος:

Σκατολοΐδια
Σύμφωνα με τους Αρχαίους Δασκάλους, σκατολοΐδια ήταν οτιδήποτε φαγώσιμο πουλάει ένα περίπτερο. Και από δαύτα είχαμε μπόλικα. Η σοκολάτα γάλακτος ΙΟΝ, που πιο σοκολάτα γάλακτος ΔΕ ΓΙΝΕΤΑΙ. Και ξέρετε τι άλλο δε γίνεται; Να ξεχάσεις αυτό το σλόγκαν. Αυτό που σας λέω.
Μετά ήταν η Κουκουρούκου, που ήταν σαν Σοκοφρέτα αλλά είχε και δωράκι αυτοκόλλητα με τον Σπάιντερμαν και τη Μπάρμπι για τα κοριτσάκια. Μεγάλη απάτη. Και μεγαλύτερη η Κίντερ Έκπληξη, που τότε είχε παιχνιδάκια Αστερίξ. Και γαμώ λέμε. Και το Κίντερ Μπουένο, που τότε γαμούσε άπειρα κυρίως γιατί δεν είχε τη διαφήμιση με τον χλέμπουρα από τους Λατρεμένους Γείτονες.
Το καλύτερο ήτανε βέβαια μια σοκολάτα, της οποίας το όνομα δε θυμάμαι, η οποία έσκαγε μέσα στο στόμα καθώς την έτρωγες. Όχι σε φάση "εκρηκτικά καρότα" που βλέπαμε στο Μπαγκς Μπάνι, έκανε ποπ κι έσκαγε. Καταργήθηκε πολύ σύντομα και δεν την ξανάκουσε ποτέ κανείς, και μάλλον υπήρχε καλός λόγος γι'αυτό.
Στη συνέχεια τυρογαριδάκια (τα οποία δεν έτρωγα ποτέ μου) και πατατάκια, με δώρα υψηλής αξίας όπως τάπες Πόκεμον (τις οποίες κάπως τις έπαιζαν, δεν ασχολήθηκα ποτέ και δεν ξέρω) και, μα τη Μπαναγία, αυτοκόλλητα τατουάζ.
Αλλά ο κακός χαμός γινόταν το καλοκαίρι. Παγωτά όλων των ειδών, κυπελλάκια με δωράκια και αποκορύφωμα το "παγωτό Μερέντα" της Δέλτα, που δεν ήταν πραγματικά Μερέντα, απλά σοκολάτα ήτανε. Αυτή κι αν ήταν απάτη. Και οι "γρανίτες" Πολαρέτι, που δεν ήταν πραγματικές γρανίτες, παγωμένος χυμός ήτανε κι ήταν κι ένα αίσχος, αλλά όλα σκοτωνόμασταν να τις πρωτοαρπάξουμε. Παιδάκια. Τι να πεις.
Το χειρότερο όμως ήταν κάτι που έμοιαζε με παγωτό στο σχήμα, αλλά δεν είχε παγωτό, ή γκοφρέτα στο χωνάκι, ήτανε απλά ένα πράμα σαν μαλλί της γριάς: σκέτη ζάχαρη. Κι εμείς το τρώγαμε σαν τα βλαμμένα. Και καλά εγώ, εγώ έτρωγα και το φαΐ μου, μέχρι φακές και φασολάδα έτρωγα. Τα άλλα παιδάκια που τρώγανε μόνο τέτοιες αηδίες; Μπρρρ.
Παιχνίδια και τεχνολογικά επιτεύγματα
Στην αρχή υπήρχαν τα γνωστά και καθιερωμένα αυτοκινητάκια, τα οποία ακόμα και σήμερα κοσμούν το δωμάτιό μου σε διάφορα ράφια και στην κορυφή της βιβλιοθήκης μου. Μετά ήρθαν οι μούφες: μούφα Gameboy, που είχε το Τέτρις σε καμιά εκατοστή παραλλαγές και τίποτε άλλο. Ένα μούφα κινητό, που πατούσες τα κουμπιά και έβγαζε αστείους ήχους.
Και το καλύτερο ήταν το μούφα κομπιούτερ, ένα χρόνο πριν το κανονικό (το οποίο ήρθε το 2004). Είχε σχήμα laptop, μια ασπρόμαυρη οθόνη σε μέγεθος πακέτου τσιγάρων, ούτε καν, σπιρτόκουτο ήτανε, και ουσιαστικά πάλι πατούσες τα κουμπιά κι έβγαζε ήχους.
Με τέτοια πράγματα χαιρόμασταν τότε τα οκτάχρονα, κύριοι. Που σήμερα άμα πας στο οκτάχρονο και του δώσεις το Iphone 4S θα στο πετάξει στο κεφάλι και θα σου πει να του φέρεις το 5. Αυτές είναι οι εποχές μας.
Σε πραγματικά τεχνολογικά επιτεύγματα, το πρώτο που θυμάμαι ήταν το βίντεο που πήραμε τα Χριστούγεννα του 2001. Η πρώτη ταινία που γράψαμε ήταν, αν θυμάμαι καλά, το "Αστερίξ και Οβελίξ εναντίον του Καίσαρα" και είχαμε γράψει μαζί και τις διαφημίσεις, στις οποίες υπήρχε ντοκουμέντο για 090 όπου έπαιρνες κι άκουγες τον Τσάκωνα να λέει ανέκδοτα.
Δυστυχώς το βίντεο εδώ και ένα χρόνο πήγε υπέρ πίστεως και πατρίδος, αλλιώς αυτό θα το τραβούσα με το κινητό και θα το ανέβαζα εδώ. Μιλάμε για αγριευτικά πράματα.
Μετά ήρθε το πρώτο CD-player. Από μουσικής απόψεως, οι γονιοί άκουγαν έντεχνα, παλιά λαϊκά, ελληνικό ροκ και τέθοια, αλλά εμείς τα μικρά, επηρεασμένα κι από την τηλεόραση, θέλαμε τις μόδες της εποχής. Μέχρι τότε είχαμε κάτι κασέτες με παιδικά τραγουδάκια από τα Στρουμφάκια. Τότε τα Ζουζούνια δεν είχαν βγει ακόμα, κάτι για τον οποίο ευγνωμονώ τη μοίρα μου και υποθέτω κι οι γονιοί μου το ίδιο, κρίνοντας από νεότερους γονιούς που έπρεπε να υπομένουν τη Μπεμπέ Λιλή και το Γκάμι Μπέαρ.
Και οι μόδες της εποχής ήτανε αφενός τα boy bands, από τα οποία γλιτώσαμε, και αφετέρου τα λάτιν, ξέρετε τώρα, τύπου Ρίκι Μάρτιν, Τζέι Λο, Ενρίκε, αλλά και κάτι δευτεράντζες που ούτε οι ίδιοι πλέον θυμούνται ότι κάποτε είχαν καριέρα.
Το θυμάστε αυτό το πράμα;

Ήταν το πρώτο σιντί που μπήκε ποτέ στο σπίτι μας.
Ντάξει, μην τρελαίνεστε, εφτά χρονών ήμουνα, τι περιμένατε να ακούω, Dream Theater?
Και το καλύτερο ήταν το πρώτο μας αυτοκίνητο, ένα Datsun Sunny του 1985, και γκραν και γκρουν και τρίκι τράκα δες περνάει μια σακαράκα, που έλεγε και το ποιηματάκι που μάθαμε τότε στη γλώσσα. Χωρίς ζώνες ασφαλείας πίσω, ούτε φυσικά και παιδικά καθισματάκια. Αφού ο πατέρας μας ήξερε να οδηγάει και δε σκοτωθήκαμε πουθενά καλά να λες.
Κάποτε, γυρνώντας από το χωριό, αντί για τον κανονικό δρόμο ο πατέρας μας βρήκε όρεξη για περιπέτειες και μας πήγε μέσα από κάτι δασικούς δρόμους που δεν είχαμε ξαναδεί. Κι εγώ, γρουσούζης κι απαισιόδοξος από τότε, έλεγα και ξανάλεγα "αυτός ο δρόμος δε βγάζει πουθενά" και "θα πεθάνουμε εδώ πέρα". Εν τέλει, όπως ίσως θα μαντέψατε, βγήκαμε από κει μέσα.
Εν τέλει, το 2007 το σκοτώσαμε για 300 ευρώ, γιατί ήταν σε τέτοιο χάλι που όταν έβρεχε έπαιρνε νερά στο πορτμπαγκάζ. Αυτά ήτανε πράματα. Τις εποχές που όλοι είχαν λεφτά κι όλοι ήτανε πλούσιοι και κυκλοφορούσανε με τις Μπέμπες και τις Μερσεντέ και τις παρκάρανε επιδεικτικά έξω από το καφενείο του χωριού.
Από παιχνίδια επίσης θυμάμαι καθαρά τα χαρτάκια ποδοσφαιριστών. Ποτέ μου δε λάτρεψα ιδιαίτερα το ποδόσφαιρο, εκτός εκείνης της περιόδου το 2004 μετά την εθνική παράκρουση του Γιούρο. Φοβερή μάστιγα τα χαρτάκια. Εκείνη την εποχή μάλιστα δήλωνα Παναθηναϊκός.
Στη Θεσσαλονίκη.
Είπαμε, ήμουν (και είμαι) κοινωνικά απροσάρμοστο. Μετά μου πέρασε.
Η πραγματική επανάσταση βέβαια ήτανε το κομπιούτερ. Αρχικά το είχαμε πάρει για να γράφω τις ιστορίες που κατέβαζα από το μυαλό μου χωρίς να μουτζουρώνω τετράδια με τα ορνιθοσκαλίσματά μου (η αλήθεια μου είναι ότι δεν έχω και τον πιο όμορφο κι ευανάγνωστο γραφικό χαρακτήρα. Όχι και για γιατρός, δηλαδή, αλλά χάλια γράμματα). Αυτό αργότερα μετουσιώθηκε σε αυτό το πράμα που διαβάζετε αυτή τη στιγμή.
Αλλά σύντομα με κέρδισαν τα βιντεοπαιχνίδια. Το πρώτο ήταν το Harry Potter and the Chamber of Secrets, η πρώτη μου επαφή με τον αστραποχτυπημένο φλωρούμπα. Επίσης θυμάμαι το Empire Earth, μια μούφα Age of Mythology ήτανε, το Starsky & Hutch, βασισμένο στην ομώνυμη τηλεοπτική σειρά του 70, που το δίνανε δώρο σε κάτι δημητριακά, και το πρώτο που αγόρασα ήταν το FIFA 06.
Δεν έμαθα ποτέ να παίζω τους αγώνες σε αυτό το πράγμα. Το έπαιζα πάντα σε manager mode, που ήμουν προπονητής και περνούσα τους αγώνες στο fast forward σε simulation. Τελικά κάποτε το δάνεισα σε έναν συμμαθητή μου από το γυμνάσιο. Δεν το ξαναείδα ποτέ.
Αυτές ήταν εποχές αθωότητας και ανεμελιάς.
Αυτά, και να προσέχετε μην τυχόν και μου πει κανείς σας tl;dr γιατί θα σας πάρει όλους μαζί ο διάολος.

Πέμπτη 22 Αυγούστου 2013

Dafuq? part 2

Προσοχή: το part 2 του τίτλου είναι πλήρως παραπλανητικό. Η εγγραφή αυτή δεν έχει καμία σχέση με το Dafuq? που είχα γράψει κάπου στο Μάρτιο του 2013, που ήταν βαθιά μέσα στα πέτρινα χρόνια του μπλογκ, που προσπαθούσα με το ζόρι να γράψω κάτι και δε μου έβγαινε. Αλλά, και πάλι, το Dafuq σημαίνει ότι τίποτα δεν έχει σχέση με τίποτα, άρα έχει σχέση.
Κατ'αρχήν, να σας πω ότι προχθές σε ένα περίπτερο στην Ιασωνίδου βρήκα την απόδειξη ότι μόλις άνοιξε η έβδομη σφραγίδα της Αποκάλυψης και τη γαμήσαμε και θα γίνουν πουτάνα όλα.
Κουκλάκια PSY, λέιντιζ εντ τζέντλεμεν. Πλαστικά ομοιώματα από έναν Κορεάτη που χοροπηδάει σαν το παρδαλό κατσίκι, φορώντας γυαλιά ηλίου, παρδαλά σακάκια και αλαλάζοντας "Γκάνγκναμ Στάιλ" μέχρι κάποιος να τον πετύχει με ένα μπαστούνι του μπέιζμπολ στο κεφάλι και να σταματήσει.
Ποια ακριβώς είναι η αξία αυτού του πράγματος; Μετά από εξονυχιστική εξέταση δε διαπίστωσα να έχει κάπου είσοδο για μπαταρίες ή κανένα κουμπί που να το πατάς και να σου λέει την χαρακτηριστική του φράση, σαν να ήταν κάποιο διεστραμμένο είδος Tickle Me Elmo.
Επομένως χρησιμεύει για διακοσμητικό; Τι σόι διακόσμηση είναι αυτή; Να έβγαζαν ένα πλαστικό κουκλάκι της Zhang Ziyi, μάλιστα, γιατί οι Ασιάτισσες είναι και γαμώ τις γκόμενες, όπως ξαναείπα πριν μια βδομάδα. Οι Ασιάτες όμως είναι κακάσχημοι. Κάποτε προκηρύχθηκαν στην Κίνα καλλιστεία ανδρών και έπεσε λιμός σε όλες τις απομακρυσμένες επαρχίες γιατί προσβλήθηκε ο Κομφούκιος από το θράσος.
Εκτός πια κι αν είναι κούκλα βουντού, κάτι που είναι μάλλον πολύ βολικό για όποιον θέλει να βασανίσει αυτόν που δηλητηρίασε τα αποθέματα νερού, έκαψε τις σοδειές μας κι έφερε την πανούκλα του Γκάνγκναμ Στάιλ στα σπίτια μας (κόπιράιτ στον εξαγριωμένο ράντομ πολίτη του Βυθού του Μπικίνι τότε που όλοι είχαν ξεσηκωθεί ενάντια στον Φίλο-Φούσκα που είχε εφεύρει ο Μπομπ Σφουγγαράκης γιατί οι άλλοι δεν τον παίζανε και μάλλον δε θα βγάλετε άκρη αν δε δείτε το επεισόδιο).
Αλλά θα υπήρχε και χειρότερο. Να έβγαινε αντί για πλαστικό σε χνουδωτό κουκλάκι. Που σημαίνει ότι κάποιος, κάπου σκέφτηκε ότι θα υπάρξουν παιδάκια που θα θέλουν να κοιμούνται αγκαλίτσα με τον PSY.
Ανατρίχιασα και μόνο που το σκέφτομαι.
Στην επόμενη στάση-next stop-παρακαλείστε να προσέχετε τα προσωπικά σας είδη, χθες το απόγευμα περπατούσα μόνος, σαν αλήτης μες στη νύχτα, ή και όχι, κι άκουγα 1055 Rock, τον Rock ραδιοσταθμό της πόλης που παίζει γνήσια Rock κι αποκλειστικά και μόνο Rock.
Ή τουλάχιστον έτσι μας λέει, γιατί χθες το απόγευμα κατάφερα να πετύχω το Get Lucky. Ρε πούστη μου, τι κατάρα είναι αυτή με το Get Lucky? Καλά τα μέινστριμ ραδιόφωνα κι οι τηλεοράσεις να το παίζουν εκατό φορές τη μέρα, αλλά και τα ροκ ραδιόφωνα; Αυτό πια ξεπερνάει τα απλά στάνταρ της υπερπροβολής και είναι καραμπινάτη πλύση εγκεφάλου. Σε λίγο θα μας φυτέψουν τσιπάκι στον εγκέφαλο για να το ακούμε ακόμα κι όταν δεν το ακούμε.
Από την άλλη, το ίδιο ροκ ραδιόφωνο έπαιζε το Not Afraid του Έμινεμ, ο οποίος πλέον είναι προφανώς ροκ σταρ κι άρα ο αγαπημένος μου ράπερ είναι ο Άξελ Ρόουζ. Και το καλύτερο ήταν μια διασκευή του γνωστού τοις πάσι Let the Sunshine In, σε ελληνικό χιπ χοπ, κάτι που ήταν τόσο τραγελαφικό όσο ακούγεται κι ακόμα τραγελαφικότερο.
Ειδικά με αυτό το τελευταίο σκέφτηκα "άμα αυτό είναι ροκ εγώ θα πάρω φόρα και θα βουτήξω στο Θερμαϊκό", κι επειδή εκείνη τη στιγμή περνούσα από την παραλία και τα εργοτάξια του Κρασοπατέρα ήταν μια απειλή που θα μπορούσα πολύ εύκολα να πραγματοποιήσω.
Αλλά αυτά ήταν πταίσματα. Το πραγματικό έγκλημα ήταν άλλο, ένα τραγούδι που έθεσε σοβαρή υποψηφιότητα για τις κατηγορίες του χειρότερου και του πιο wtf τραγουδιού που έχω ακούσει στα δεκαοχτώ χρόνια της ζωής μου.

Σε περίπτωση που η Τσιγγάνα καρδιά σας δεν βάστηξε να πατήσετε το πλέι στο βίντεο, θα σας κάνω μια μικρή περιγραφή. Από μουσικής απόψεως έχουμε μια πολύ βασική ροκ ενορχήστρωση κιθάρα-μπάσο-ντραμς, κάτι που θα μπορούσαν να είχαν γράψει μέχρι και οι Κατσιμυξαίοι. Αλλά το υπόλοιπο δε θυμίζει σε τίποτα Κατσιμυξαίους. Μακάρι να θύμιζε. Δεν αστειεύομαι.
Αυτό που έγινε, βασικά, ήταν ότι ακούσαμε έναν τύπο που δεν έκανε καμία προσπάθεια να τραγουδήσει, να απαγγέλλει μια σειρά από στίχους που δεν έκαναν καμία προσπάθεια να ομοιοκαταληκτήσουν, να έχουν μέτρο, ρυθμό ή νόημα, για εξίμισι ολόκληρα λεπτά, χωρίς να σταματήσει καθόλου (ξέρω ότι τα "εξίμισι ολόκληρα λεπτά" είναι οξύμωρο, ποιητική αηδία το έγραψα).
Αλλά όχι, το νόημα είναι εκεί, υπάρχει και σε περιμένει στη γωνία. Ο τύπος αυτός σου προτείνει σαν λύση την αυτοκτονία. Αφιερώνει στο πρώτο μέρος τα θετικά της λύσης της "θεαματικής εξόδου" (στα οποία περιλαμβάνει προφανή όπως το να μην πληρώνεις λογαριασμούς και να γλιτώσεις τις εργασίες του σχολείου, αλλά και όχι τόσο προφανή όπως το να γλιτώσεις reunion των Motley Crue και την πιθανότητα νέας ταινίας από τους δημιουργούς του South Park).
Και μετά στο δεύτερο μέλος αναλύει το τι θα χάσεις αν αυτοκτονήσεις, όπως αυτό το συναίσθημα όταν ένα αγόρι φτάνει για πρώτη φορά το χέρι του κάτω από τη μπλούζα μιας κοπέλας, μια ζωή αυνανισμού, αλλά και τις τηγανιτές πατάτες των McDonalds.
Για όλη την υπόλοιπη διαδρομή, μπορούσα να νιώσω τα εγκεφαλικά μου κύτταρα να τσουρουφλίζονται. Γιατί να γράψεις κάτι τέτοιο; Γιατί να το ηχογραφήσεις κιόλας; Και γιατί να το παίξουν τα ραδιόφωνα; Στη διάρκεια που τα σκεφτόμουν όλα αυτά, έκαψα τρεις φλάντζες, δύο μπουζί και κάπου πρέπει να τρύπησα το σωληνάκι του λαδιού.
Έφτασα σπίτι μου κι έκανα ένα παγωμένο ντους μπας και συνέλθω, αλλά η ψυχρολουσία δεν έκανε τίποτα, εκτός που μου συρρικνώθηκαν κάποια ανατομικά μέρη στο μισό και τώρα την έχω μόνο 15 πόντους. Είχα απογοητευτεί τόσο πολύ από την ανθρωπότητα που έπρεπε να βρω να σπάσω κάτι, κάτι γυάλινο, βαρύ κι ακριβό.
Ψάχνοντας, βρήκα στη ντουλάπα μου ένα κουτί από παπούτσια, Air Jordan νούμερο 45, που είχε πάνω την ετικέτα "Θα ανοίξεις αυτό το κουτί μόνο όταν έχεις απογοητευτεί τόσο πολύ από την ανθρωπότητα που πρέπει να βρεις να σπάσεις κάτι γυάλινο, βαρύ κι ακριβό".
Ήταν σίγουρα ένα πολύ παράδοξο εύρημα, γιατί εγώ φοράω νούμερο 42. Αλλά ήταν σαφώς η περίπτωσή μου. Το άνοιξα και δεν περιείχε, προς μεγάλη μου απογοήτευση, κάτι γυάλινο, βαρύ κι ακριβό. Είχε μόνο μια μεταλλική πίπα και κάτι σαν παγάκι.
Ως τότε, είχα κάνει μετρημένη ζωή. Είχα μεθύσει μόνο μια φορά στη ζωή μου, στην πενταήμερη, επειδή μια βλαμμένη γκόμενα δε μου καθότανε, και κατέληξα να τραγουδάω Παντελίδη και να φέρνω γυροβολιές δεξιά κι αριστερά. Ωστόσο αναγνώρισα τι ήταν το "παγάκι". Που δεν ήταν παγάκι. Γιατί θα είχε λιώσει τόσον καιρό εκεί μέσα.
Ήταν κοκαΐνη.

Χημική ουσία με διεγερτικές ιδιότητες, μια από τις πιο εθιστικές κι επικίνδυνες ουσίες που έχει ανακαλύψει ο άνθρωπος, πίσω μόνο από την ηρωίνη, το SWAG και τις μεσημεριανές επαναλήψεις του Κωνσταντίνου και Ελένης.
Από τα υψίπεδα του Περού και τους Ίνκας, που μασούσαν τα φύλλα του φυτού κόκα γιατί δεν είχαν ανακαλυφθεί ακόμα οι τσιχλόφουσκες, μέχρι το Βικτωριανό Λονδίνο και τον Σέρλοκ Χολμς που χτυπούσε ενέσεις όταν δεν είχε να ασχοληθεί με κάποιο νοητικό πρόβλημα αντάξιο της ιδιοφυΐας του, και τις βίλες του Χόλυγουντ, όπου ανορεξικές μοντέλες παίρνουν μυτιές για να μην τυχόν και βάλουν μισό γραμμάριο, και πλέον στη Θεσσαλονίκη και σε εμένα.
Και τελικά, ρουφηξιά στη ρουφηξιά, αργά και σταθερά, ήρθαν όλα και κούμπωσαν στη θέση τους. Τα πάντα έβγαζαν τελικά νόημα, με έναν τόσο διεστραμμένο, παράλογο κι εξωφρενικό τρόπο που αν καθίσω να σας το εξηγήσω θα πέσετε κι εσείς στην κόκα, κι είναι κρίμα γιατί δε θα φτάσει για όλους, ήδη ο Τσάρλι Σιν μονοπωλεί το 45% των παγκοσμίων αποθεμάτων, άμα γίνουμε όλοι κοκάκηδες θα εκτιναχθεί η τιμή στα ύψη και θα προκληθεί παγκόσμιο οικονομικό κραχ.
Σήμερα το πρωί, μάλλον η επίδραση της κόκας δεν έχει ξεθυμάνει ακόμα, γιατί είδα ζωντανή ενημερωτική εκπομπή στη ΔΤ.
Βγάλανε ζωντανό πρόγραμμα στη ΔΤ, από εκεί που παίζανε όλη μέρα ταινίες της Βασιλειάδου, και τους πήρε μόνο δύο μήνες και επτάμισι εκατομμύρια διαφορετικά λογότυπα. Μπράβο, Ελληνικό Δημόσιο!
Στην εν λόγω εκπομπή ήταν καλεσμένος ο Υπουργός Υγείας Άδωνις Γεωργιάδης, ο οποίος παραδόξως σαν να μου φαίνεται ότι έχει ηρεμήσει τώρα τελευταία.
Μα βέβαια! Αυτό είναι. Τόσον καιρό έσκουζε, τσίριζε και χτυπιόταν γιατί δεν είχε βρεθεί κανείς να του δώσει μια θέση υπουργού. Τώρα που βρέθηκε ο Αντώνης-γαμώ το κεφάλι μου μαλάκα-Σαμαράς και τον εμπιστεύτηκε, ηρέμησε η ψυχή του.
Ήταν προφανές.
Σάλκε-ΠΑΟΚ 1-1, ε; Που σημαίνει ότι ο ΠΑΟΚ έχει βάσιμες πιθανότητες να περάσει τη Σάλκε και να πάει ομίλους. Άμα το κάνει, ειλικρινά σας το λέω, την άλλη Κυριακή πάω πρώτη μούρη στη θύρα 4 για μπάφο και Τούμπα Λίμπρε (κωδική ονομασία του κοκτέιλ ρετσίνα Μαλαματίνα-Κόκα Κόλα).
Μια ουσία μαγική, ένα βότανο μοναδικό στη γη και τέθοια.
Αυτά, και να προσέχετε με τις ουσίες. Δεν παίζουνε μ'αυτά τα πράματα. Drugs are bad.

Δευτέρα 19 Αυγούστου 2013

Think I'll buy me a football team


Όπως ξέρουν όλοι όσοι δε γεννήθηκαν σε μια διαφήμιση του Βιτάμ, όπου όλες οι ευτυχισμένες κι ισορροπημένες οικογένειες μαζεύονται κάθε πρωί γύρω από το τραπέζι και παίρνουν full continental breakfast, σε αυτό τον κόσμο υπάρχουν φοβερές κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες.
Όταν εσύ, ο καημένος φουκαράς, σε ένα θλιβερό ημιυπόγειο του Κερατσινίου, μετράς τα ψιλά που σου περισσεύουν για να δεις αν σου φτάνουν για μια τυρόπιτα, υπάρχει κάποιος άλλος, σε μια έπαυλη οχτακοσίων τετραγωνικών στο Μαλιμπού, που μετράει τα ψιλά που του περισσεύουν για να δει αν του φτάνουν για μια Μπουγκάτι Βέιρον.
Και έτσι θα διατηρηθεί η κατάσταση, μέχρι οι άνθρωποι να συνειδητοποιήσουν ότι τα υλικά αγαθά και ότι μπορούμε όλοι μαζί να ζήσουμε με κοινοκτημοσύνη, αγάπη, ειρήνη και άλλους στίχους του Τζον Λένον, και αυτό που έγραψα ήταν πολύ συγκινητικό και θα με συγχωρέσετε λίγο για δύο λεπτά μέχρι να κάνω εμετό από τα αυτιά.
Έστω ότι ανήκεις στη δεύτερη κατηγορία. Είχες καράβια, κληρονόμησες την περιουσία του μπαμπά σου, πούλησες ναρκωτικά, έπαιξες κερδοσκοπικά παιχνίδια στο χρηματιστήριο με τη χρεωκοπία της Ελλάδας, ίδρυσες τη Μάικροσοφτ ρε αδερφέ, και τέλος πάντων τώρα βρίσκεσαι σαν τον θείο Σκρουτζ, με ένα χρηματοκιβώτιο που περιέχει τρία κυβικά εκτάρια λεφτά.
Μπάι δε γουέι, δεν υπάρχει πραγματική μονάδα "κυβικό εκτάριο". Το εκτάριο είναι ήδη μονάδα επιφάνειας. Οπότε άμα το υψώσουμε στον κύβο πάμε σε εξαδιάστατο χώρο και γαμήθηκε όλη η γεωμετρία που μας μαθαίνανε τόσα χρόνια στο σχολείο και λες και τα μαθηματικά που έχω να αντιμετωπίσω σαν υποψήφιος μηχανολόγος δεν είναι αρκετό πέος αράπη με ορέξεις ήδη στις τρεις διαστάσεις αλλά παρασύρομαι.
Είσαι λοιπόν ο Έλληνας Κροίσος με νησί και εννέα γράμματα. Τα λεφτά όμως είναι σαν τα ψάρια: αν δεν τα φας, θα σαπίσουν και θα βρωμίσει το σπίτι σου, ή κάτι τέτοιο τέλος πάντων δε θυμάμαι τώρα τι ακριβώς λέει η παροιμία. Πώς θα τα φας.
Μπορεί να θες να αγοράσεις τεράστιο σπίτι με εκατόν είκοσι μπάνια, από τα οποία θα χέζεις μόνο στο ένα, ιδιωτικό γυμναστήριο όπου θα πατάς δύο φορές το χρόνο όταν νιώσεις ότι παραχόντρυνες, αίθουσα βιντεοπαιχνιδιών, εφτά πισίνες και ένα υπνοδωμάτιο για κάθε μέρα του χρόνου (δηλαδή 365. Τι, να υπολογίσουμε και την 29η Φεβρουαρίου; Ε, όχι, 366 υπνοδωμάτια πάνε πολύ).
Μπορεί να θες να αγοράσεις αυτοκίνητο των εκατόν οχτακοσίων ίππων, με σώμα από ανθρακονήματα, τακάκια από μπακμινστερφουλερένιο και υγρό υαλοκαθαριστήρων από δάκρυα μονόκερων, που θα πιάνει τα 900 χιλιόμετρα την ώρα αλλά δε θα το διαπιστώσεις ποτέ γιατί δεν πρόκειται να βρεις αρκετά μεγάλη ευθεία και απλά θα το χρησιμοποιείς για τη διαδρομή σπίτι-country club-Χίλτον-δεξίωση του πρέσβεως.
Μπορεί να θες να αγοράσεις την αγάπη μια ξανθιάς πουτανίτσας του Χόλιγουντ, κατασκευασμένης από 100% αγνή σιλικόνη, η οποία όμως στην πραγματικότητα δε σε έχει αγαπήσει καθόλου και καταλήγετε να το κάνετε δύο φορές το χρόνο όσο αυτή θα περιμένει να τα τινάξεις για να σε κληρονομήσει ή να πάρει διαζύγιο και να φύγει με τα μισά λεφτά σου κι εσύ θα πηδάς τη γραμματέα σου.
Μπορείς να θες να αγοράσεις μια τηλεοπτική καριέρα για τις εντελώς ανίκανες, άχρηστες και πανηλίθιες κόρες σου που κάποια στιγμή στο μέλλον θα κάνουν γάμους διάρκειας τριάντα δευτερολέπτων, θα συλληφθούν για ναρκωτικά και θα γκαστρωθούν από έναν ατάλαντο ράπερ που θα βγάλει το εγγόνι σου North West. Εκτός κι αν δε σε λένε Καρντάσιαν, οπότε απλώς το εγγόνι σου θα έχει κάποιο άλλο ηλίθιο όνομα.
Στην τελική μπορεί απλά να θες λεφτά για το τίποτα και τις γκόμενες δωρεάν.

Αλλά τι είναι αυτό που το λένε αγάπη που θα σε καταξιώσει στον κόσμο, θα κάνει τους άσπονδους φίλους σου και αντιπάλους στο γκολφ να φάνε το καπέλο τους από τη ζήλια τους και θα ξεχωρίσει ποιος είναι ο πραγματικός μεγιστάνας εδώ μέσα και ποιος είναι ο ψιλικατζής πολυτελείας;
Μια ποδοσφαιρική ομάδα.
Φυσικά, το φαινόμενο του να έρχεται ένας εκατομμυριούχος, από μια άσχετη χώρα, που μπορεί να έχει ή να μην έχει την παραμικρή ιδέα από ποδόσφαιρο, και να αγοράζει μια ποδοσφαιρική ομάδα, δεν είναι καινούριο, το έχει ήδη κάνει ο Ρομάν Αμπράμοβιτς με την Τσέλσι (ή Τσελσάρα, σύμφωνα με την αδερφή μου που έχει κρυφό-λέμε τώρα-καημό τον Τόρες και μια μέρα ο πατέρας μου βλέποντας ματς του Γιούρο είπε ότι ο Τόρες μοιάζει σαν μαλακιστήρι κι από τότε δεν έχουμε βρει ησυχία εδώ στο σπίτι και κάτι λέγαμε).
Πλέον, όμως έχει μετεξελιχθεί σε επιδημία. Και μάλιστα δεν πρόκειται για μεγιστάνες του Δυτικού κόσμου, όχι, όχι, αυτοί έχουν άλλα προβλήματα να αντιμετωπίσουν, όπως το ότι ο Ομπάμα τους έχει παραβγεί κομμουνιστής και τους βάζει να πληρώνουν φόρους! σα δε ντρέπεται ο λεχρίτης. Όχι, φίλοι μου, σε αυτή την περίπτωση έχουμε να κάνουμε με τον εξ Ανατολάς εχθρό που λένε κι οι στρατόκαυλοι.
Όπου Ανατολάς, βάλτε Ρωσία και Αραβία. Αυτό βέβαια μέχρι να ανακαλυφθεί τρόπος να απεξαρτηθεί η ανθρωπότητα από το πετρέλαιο (όταν δηλαδή ανακαλύψω πώς το SWAG μετατρέπεται σε αξιοποιήσιμη ενέργεια) και να μείνουν οι Κελεμπίες με ένα άχρηστο μαύρο υγρό που βρωμοκοπάει και κανείς δε θα θέλει να το αγοράσει.
Αυτό που δεν μπορεί να ξεχωρίσει κάποιος, σε αυτές τις περιπτώσεις, είναι τα κίνητρα του εκατομμυριούχου που αγοράζει την ποδοσφαιρική ομάδα. Θέλει απλά να αυτοπροβληθεί και να ικανοποιήσει τη ματαιοδοξία του, ή μήπως κάτι άλλο συμβαίνει; Ντάξει, η Μάντσεστερ Σίτι κι η Παρί Σεν Ζερμέν που πήρανε οι Σαουδάραβες είναι πιο καθαρές περιπτώσεις γιατί ήταν ήδη φτιαγμένες ομάδες κι οι Κελεμπίες απλά τις αποτέλειωσαν, αλλά ο Ρώσος που πήρε τη Μονακό τι παιχνίδι παίζει;
Πες ότι είσαι εκατομμυριούχος και θες να αγοράσεις μια ομάδα. Θα πας να πάρεις ομάδα δεύτερης κατηγορίας, για να διακηρύξεις ότι θα της πάρεις Σαμπιονά και Τσάμπιο Λι; Κάτι βρωμοκοπάει πολύ άσχημα εδώ πέρα.
Α, όχι, το δωμάτιό μου είναι, μισό να ανοίξω το παράθυρο γιατί θα πάθω καμιά ασφυξία εδώ μέσα και δε θέλω η ανθρωπότητα να θρηνήσει τόσο νωρίς την απώλειά μου.
Αλλά, φυσικά, όταν μιλάμε για Ρώσους μεγαλοεπιχειρηματίες που αγοράζουν ποδοσφαιρικές ομάδες με όχι και τόσο καθαρές προθέσεις και κάνουν τον κόσμο να παραληρεί, δεν μπορούμε παρά να επικεντρώσουμε σε ένα και μόνο όνομα.
Ο Ιβάν Σαββίδης γεννήθηκε (παρά τις κακοήθειες ορισμένων που τον θέλουν να έχει φυτρώσει) στην Τσάλκα Γεωργίας, η οποία πρέπει να είναι κάτι σαν την Κάτω Ιταλία του Καυκάσου γιατί όλοι οι "επαναπατρισθέντες" που ξέρω από εκεί είναι. Για πολλά χρόνια ήτανε υψηλό στέλεχος στα κρατικά καπνεργοστάσια της ΕΣΣΔ, σε κάποια φάση βγήκε και στη Βουλή της Ρωσίας με το κόμμα του Πούτιν, και σαν καλός Πουτινιάρης ήρθε και στην Ελλάδα για επενδυτική δραστηριότητα.
Όπως έλεγε άλλωστε κι ο Λιακόπουλος, το ξανθόν γένος θα μας σώσει (κάτι που έλεγε κι ο Χωστήρας αλλά σε τελείως άλλα συμφραζόμενα και το κλείνω εδώ γιατί η υπερηχητική παντόφλα της μαμάς Κρήτης καραδοκεί).
Ο Ιβάν, λοιπόν, ήρθε γερά και δυναμικά στον ελληνικό επιχειρησιακό κόσμο και αγόρασε την καπνοβιομηχανία ΣΕΚΑΠ και το Μακεδονία Παλάς, κάτι που αποτελεί σαφώς καλύτερη επενδυτική προσέγγιση από τον μέσο Έλληνα που θεωρεί επιχειρηματικότητα τις καφετέριες και το φρόζεν γιόγκουρτ.
Αλλά μία είναι, φυσικά, η μεγάλη επένδυση του Ιβάν, η οποία θα μείνει στην ιστορία και στη γεωγραφία ως μία από τις πιο ιστορικές κινήσεις ανά τους αιώνες των αιώνων: ο ΠΑΟΚ.
Ο ΠΑΟΚ, ως γνωστόν, είναι κάτι παραπάνω από μια ομάδα. Είναι ιδεολογία, θρησκεία, έρωτας, αιτία διαζυγίου. Αλλά πρωτίστως είναι και ομάδα. Και μια ομάδα για να τρέξει χρειάζεται ζεστό χρήμα. Και πώς θα πέσει ζεστό χρήμα με τους φτωχομπινέδες; Τόσα χρόνια, από Μπατατούδη σε Ζαγοράκη, ο ΠΑΟΚ δεν είχε τα φόντα να αντιμετωπίσει το Κοκαλιστάν.
Φέτος, όμως, τα ψέματα τελείωσαν. Δεν υπάρχει πια κανένας άλλος που μπορεί να σταματήσει τον Ολυμπιακό. Ο Παναθηναϊκός είναι ποντιακό ανέκδοτο, η ΑΕΚ ψάχνεται στην Γ' Εθνική, και ο Ατρόμητος με τον Αστέρα Τρίπολης δεν έχουν φανέλα βαριά, σαν την πούτσα του τσολιά, για να διεκδικήσουν με αξιώσεις την πρωτιά. Ο ΠΑΟΚ είναι ο Εκλεκτός.
Όχι ο Εκλεκτός αυτής της παπάτζας μυθιστορήματος που γράφω τώρα τελευταία και κάποια από αυτές τις μέρες θα βγάλω το τρίτο κεφάλαιο και προετοιμάστε τον πρωκτό σας γιατί θα μπω στεγνός, αλλά ο Εκλεκτός για να εκθρονίσει τον Διορισμένο και να φέρει ξανά, μετά από χρόνια και χρόνια πικρής σκλαβιάς, την κούπα στον Πύργο το Λευκό.
Μάλιστα, ο Ιβάν έταξε ότι ο ΠΑΟΚ όχι μόνο θα χτυπήσει το πρωτάθλημα, αλλά και δυναμική ευρωπαϊκή πορεία. Τσάμπιο Λι λέμε τώρα, όχι Ουέφα και παπάρια μάντολες!
Όπως, όμως, λέει κι η λαϊκή παροιμία, μην τάξεις του Άγιου κερί και του Παοκτζή κουλούρι.
Τι του καύλωσε, του ανθρώπου;
Τώρα, άμα κάτσει καμιά στραβή κι ο ΠΑΟΚ χάσει το πρωτάθλημα ή δε φτάσει τουλάχιστον προημιτελικά του Τσου Λου, οι τοίχοι της Θεσσαλονίκης θα γεμίσουν συνθήματα τύπου "Ιβάν Μπινέ", ανάμεσα στην Εμμανουέλα Αγγουράκη και τον Κώστα Σακκά.
Τα πρώτα βήματα, πάντως, είναι ήδη θετικά. Ο ΠΑΟΚ, που μέσα στο γήπεδο σούρνονταν και αποκλείστηκε από τη Μέταλιστ, εκεί που θα κατέληγε στο Τσου Λου του φτωχού συγγενή (Ουέφα για τους μη γνώστες), βρίσκεται να παίζει προκριματικό γύρο του ορίτζιναλ Τσου Λου απέναντι στη Σάλκε, γιατί η Μέταλιστ τιμωρήθηκε από κάτι στημένα.
Ο ΠΑΟΚ; Η ομάδα που τόσα χρόνια πολεμιέται από κάθε κατεστημένο, που τα σκοτεινά κέντρα και οι πλεκτάνες των Αθηναίων την εμποδίζουν να ξεδιπλώσει τα φτερά του δικέφαλου αετού που την αντιπροσωπεύει και να πετάξει στα σύννεφα επιδεικνύοντας το πραγματικό της μεγαλείο, κατάφερε να βγει ωφελημένη από εξωγηπεδικές διαδικασίες; UNPOSSIBLE!
Ο Ιβάν το έκανε το πρώτο θαύμα του. Μένει να δούμε πώς θα εξελιχθεί το πράγμα.
Αν και δεν είμαι Παοκτζής, άμα το σηκώσει θα τον παραδεχτώ και θα βγω και Πύργο άμα λάχει για πανηγυρισμό. Γιατί άμα το ξαναπάρει ο μπούλης και βγει πάλι και μιλάει για αμεροληψία και καθαρό και ξάστερο πρωτάθλημα και αρχές και ήθος θα πρέπει όλοι μαζί από αξιοπρέπεια και μόνο να φουντάρουμε όπως είμαστε στο Θερμαϊκό.

Στο ίδιο διάστημα, οι υπόλοιποι Ιβάν της ποδοσφαιρικής Ευρώπης το έχουν ξεφτιλίσει τελείως. Έχουμε φτάσει σε ένα σημείο που οι πρόεδροι δεν ανταγωνίζονται πια για το ποιος θα φέρει τον καλύτερο παίχτη, αλλά ποιος θα είναι ο πρώτος που θα χώσει εννιαψήφιο νούμερο για να φέρει παίχτη.
Και τα ακούς εσύ, ο φουκαράς που μετράς τα ψιλά που σου περισσεύουν για να πάρεις τυρόπιτα, και λες, ρε πούστη μου, όλα αυτά τα λεφτά για να αγοράσεις έναν ποδοσφαιριστή; Με αυτά τα λεφτά μπορείς να δώσεις μισθούς δυο μηνών σε όλους τους Αμπελόκηπους Θεσσαλονίκης σαρανταπέντε χιλιάδες κόσμο, και να σου μείνουν και για τυρόπιτα.
Και τα χώνεις για να πάρεις έναν τύπο που κλωτσάει μια μπάλα και επιπλέον είναι κι αντιπαθητικός σαν κατσαρίδα;
Ναι, για τον Κριστιάνο-θέλω-κάποιος-να-μου-σκάσει-ένα-μπουκέτο-στη-μάπα-να-στρώσω-Ρονάλντο λέω τώρα, που τον πήρε η Ρεάλ κι έριξε 94 μύρια, αλλά μήπως κι οι υπόλοιποι πάνε πίσω; Τα εξήντα που έδωσε η Μπάρτσα για τον Νεϊμάρ λίγα είναι; Η Μονακό, ομάδα βήτα γαμημένης κατηγορίας, που έδωσε άλλα εξήντα για τον Φαλκάο;
Τόσα λεφτά για να κλωτσάς μια μπάλα;
Οι μόνοι που μπορώ να σκεφτώ, στους οποίους υπάρχει τέτοια αναντιστοιχία μεταξύ αμοιβών και προσφοράς στην κοινωνία, είναι οι ηθοποιοί του Χόλυγουντ. Και προσωπικά προτιμώ να βλέπω Χόλυγουντ παρά ποδόσφαιρο. Άρα;
Άρα είμαι παλιογκέουλας, δεν αξίζω να λέγομαι άντρας άμα δεν βροντάω τα πάντα κάτω για να δω το ματς εικοστής έβδομης εθνικής μεταξύ Ίντερ Ραχούλας-Άρσεναλ Παναγούδας και πρέπει να κόψω πάραυτα τ'αρχίδια μου γιατί δεν πρέπει να μολύνω με τον σπόρο μου την ανθρωπότητα.
Ή απλά δεν βρίσκω πού είναι το συναρπαστικό σε εικοσιδύο μαντράχαλους που κυνηγάνε μια μπάλα πάνω κάτω.
Αυτά, και να προσέχετε μην αποδειχθεί ο Ιβάν ψεύτης, το κατεστημένο του Ολυμπιακού συνεχιστεί και γκρεμιστούν όλα τα όνειρα και οι φιλοδοξίες που είχατε για την Παοκάρα.

Παρασκευή 16 Αυγούστου 2013

Σταματήστε το τρόλεϊ να κατέβω

Αρχικά, θα ήθελα να ξεκαθαρίσω ότι δεν μου αρέσει να κάνω άρθρα που να ασχολούνται σοβαρά με την επικαιρότητα. Δεν είναι αυτός ο σκοπός μου. Δεν είμαι εδώ για να κάνω σοβαρές κοινωνικές/πολιτικές/οικονομικές/ιστορικές αναλύσεις. Αυτό το αφήνω σε ανθρώπους που έχουν ψαχτεί και ξέρουν δυο πράγματα παραπάνω.
Εγώ είμαι εδώ για να λέω πέντε πράγματα, να περνάει η ώρα μου, να έρχονται πέντε καμένοι που τους αρέσει το χιούμορ μου και να γελάνε. Αν θέλετε σοβαρότητα και αντικειμενικότητα, να δείτε Μέγκα μουαχαχαχά πώς τα λέω ο πούστης. Είδατε; Αυτό είναι το ύφος μου και το στιλ μου.
Από την άλλη, όμως, τις τελευταίες μέρες έχει αναπτυχθεί μια τέτοια απίστευτη παραφιλολογία για τον νεαρό που φούνταρε από το τρόλεϊ για να αποφύγει το πρόστιμο, την ανάμειξη του ελεγκτή και του οδηγού, και φυσικά και τις κοινωνικές προεκτάσεις! του περιστατικού, που σε λίγο θα αρχίσω να μαδάω μία μία τις κωλότριχές μου.
Και το πρώτο πράγμα που καταλαβαίνω εγώ είναι ότι στην Ελλάδα δεν μας αρέσει να ακούμε τα αυτονόητα, κι όταν κάποιος τα λέει τον σταμπάρουμε κατευθείαν σαν προβοκάτορα ή/και φασίστα, ανάλογα με το πόσο αυτονόητο είναι αυτό που μας είπε.
Λέει κάποια συγγραφέας ονόματι Λένα Διβάνη, για της οποίας το συγγραφικό έργο δε γνωρίζω τίποτα, ίσως να είναι η σπουδαιότερη λογοτέχνις της εποχής μας ή ίσως να είναι άλλη μια Χρυσηίδα Δημουλίδου, το εξής απλό πράμα: "Δηλαδή οι ελεγκτές δεν πρέπει να κάνουν τη δουλειά τους μην τυχόν και πηδήξει κανένας τζαμπατζής απ'το παράθυρο".
Κι αμέσως άρχισαν όλοι να της επιτίθενται με μένος και ανείπωτες κατάρες που δε θα μεταφέρω εδώ γιατί το μπλογκ έχει κι ένα επίπεδο. Ένα εξαιρετικό δείγμα που μου έμεινε ήταν το εξής τουίτ:
ας πει καποιος στην καριολιτσα που τον ειπε τζαμπατζη οτι δεν εχουν ολοι τα χρηματα για το εισιτηριο οπως αυτη
Αυτό που μας λέει ουσιαστικά η κυρία που ανέβασε αυτό το τουίτ είναι ότι ο νεαρός δεν είχε λεφτά για το εισιτήριο. Αυτό που δε μας λέει είναι από πού γυρνούσε ο νεαρός, και δεν είχε λεφτά για το εισιτήριο. Προσωπικά αποκλείω τα ενδεχόμενα να γυρνούσε από τη σκοτεινή και καταθλιπτική φάμπρικα του Βικτωριανού Λονδίνου, ή από τον Πανηγυρικό Εσπερινό της Αγίας Ψωλής μεγάλη η χάρη της.
Πολύ πιο πιθανό μου φαίνεται, ειδικά από τη στιγμή που μας λένε ότι ήταν μαζί με φίλες, ότι είχε πάει για ποτό ή για καφέ. Αλλά για στάσου ένα λεπτό. Το ποτό κι ο καφές κοστίζουν μάλλον περισσότερο από το εισιτήριο του τρόλεϊ, εκτός πια κι αν πας να τον πιεις τον ρημαδοκαφέ σε κυλικείο δημόσιας υπηρεσίας. Κι επομένως, με βάση απλά μαθηματικά δευτέρας δημοτικού, αν δε σου περισσεύουν λεφτά για να πληρώσεις το εισιτήριο, δε σου περισσεύουν λεφτά για να πληρώσεις και τον καφέ.
Κι άντε, σου λέω εγώ, κάνω την παραχώρηση, ότι τα είχε μετρημένα ίσα ίσα για τον καφέ και δεν του έφταναν για το εισιτήριο. Σε αυτή την περίπτωση, το βουλώνεις και περπατάς. Δεν είμαι σε θέση να γνωρίζω αν το Περιστέρι τη νύχτα ενδείκνυται για ρομαντικούς περιπάτους, αλλά ξέρω ότι αν δεν έχεις εισιτήριο δεν μπαίνεις στο τρόλεϊ. Εκτός φυσικά κι αν είμαι εγώ ο μόνος μαλάκας που κουβαλάει πάντα μαζί του εισιτήρια.
-Είσαι τόσο αναίσθητος; Θα επιρρίψεις ευθύνες στο παιδί;
ΦΥΣΙΚΑ και θα επιρρίψω ευθύνες στο παιδί! Τόσα χρόνια πάμε κατά διαόλου, επειδή έχουμε μάθει να επιρρίπτουμε τις ευθύνες οπουδήποτε αλλού εκτός από αυτούς που έχουν ευθύνες.
Επιπλέον, αυτόπτεις μάρτυρες μας λένε ότι έγινε καυγάς ανάμεσα στο παιδί και τον ελεγκτή. Σαφώς σε αυτό φταίει κι ο ελεγκτής, που μας λένε ότι ήταν τραμπούκος, κάτι που βέβαια δεν είναι καινούριο. Αλλά γράφει η άλλη από κάτω σε τουίτ, "τραμπούκος=φονιάς".
Α, φυσικά. Γιατί εγώ, κάθε φορά που μου φέρονται με τραμπουκισμό οι ελεγκτές, ανοίγω μια πόρτα και πηδάω. Αν κι εμένα δε μου έχουν φερθεί ποτέ με τραμπουκισμό ελεγκτές. Ίσως επειδή κουβαλάω πάντα μαζί μου εισιτήρια. Ίσως λέω.
Μας λένε ότι ο ελεγκτής είχε προσωπικά προηγούμενα με τον μικρό, γιατί τον είχε ξαναπιάσει χωρίς εισιτήριο, λέει, και του φώναζε "θα πληρώσεις κωλόπαιδο". Αυτό που ξέρω εγώ είναι ότι οι καυγάδες χρειάζονται δύο για να ξεκινήσουν. Μήπως κι ο μικρός του πουλούσε μαγκιές του ελεγκτή; Λέω μήπως; Αν εγώ ανέβαινα στο λεωφορείο χωρίς εισιτήριο, κάτι που δεν κάνω γιατί προφανώς είμαι μαλάκας και κουβαλάω πάντα μαζί μου εισιτήρια, και με έπιανε ελεγκτής, θα το βούλωνα και θα του έδινα τα στοιχεία μου.
Και από κάτω ωρύονταν οι επιβάτες, να αφήσει ήσυχο το παιδί, κι ότι θα πληρώσουν αυτοί το εισιτήριο. Δέχομαι να διαμαρτύρονται αν έκανε νταηλίκια στο παιδί, για να του φερθεί καλύτερα. Αλλά η ένστασή τους ήταν ότι απαιτούσε από το παιδί να πληρώσει, κάτι που αν το πεις σε έναν Γερμανό ή έναν Γάλλο θα σε δείχνουν με το δάχτυλο και θα γελάνε.
Αλλά βέβαια, τι ξέρουν οι κουτόφραγκοι; Όταν εμείς χτίζαμε Παρθενώνες, αυτοί ζούσανε στις σπηλιές.
Και τώρα φτάνουμε στην κακιά την ώρα καθεαυτή, που με κάποιον τρόπο ανοίγει η πόρτα, ενώ το τρόλεϊ κινείται, και το παιδί βρίσκεται με το κεφάλι στο κράσπεδο. Σε αυτό το σημείο υπεισέρχεται και η ανάμειξη του οδηγού, σχετικά με το ποιος/πώς άνοιξε η πόρτα.
Οι μεν υπερασπιστές της μνήμης του Γρηγορόπουλου 2.0 μας λένε ότι ο οδηγός άνοιξε την πόρτα, παρόλο που υπάρχει ειδικό σύστημα που απαγορεύει στις πόρτες να ανοίγουν όσο το όχημα κινείται και αντίστροφα. Ο οδηγός στην κατάθεσή του είπε ότι ο μικρός πάτησε το κουμπί κινδύνου, το οποίο παρακάμπτει αυτό το σύστημα σε περίπτωση έκτακτης ανάγκης, έσπρωξε βίαια την πόρτα κι έπεσε.
Μία επιβάτης που την έβγαλαν και στο δελτίο του ΑΝΤ1 τρομάρα της, λέει ότι ελεγκτής και νεαρός ήταν μαζί κολλημένοι πάνω στην πόρτα. Αλλά δεν μπορεί να μας πει αν ο ελεγκτής έσπρωξε τον νεαρό ή αν τον τράβηξε για να μην πέσει, κι επίσης δεν μπορεί να μας πει αν ο οδηγός πάτησε ή δεν πάτησε το κουμπί για να ανοίξει η πόρτα, και τέλος δεν μπορεί να μας πει αν είναι τόσο ηλίθια ή απλά παίζει με τα νεύρα μας.
Βέβαια η καλύτερη ερμηνεία των γεγονότων δόθηκε από κάποιον στα σχόλια του σχετικού άρθρου του Έθνους, ο οποίος σε ένα συγκλονιστικό παραλήρημα δηλώνει ότι το συμβάν ήταν μια προσχεδιασμένη παγίδα θανάτου από τον οδηγό και τον ελεγκτή!, ότι αν αυτοί οι δύο δε φάνε τουλάχιστον ισόβια θα πρέπει να ντρεπόμαστε σαν κοινωνία!!, κι ότι η οικογένεια του νεκρού πρέπει να διεκδικήσει από τον ΟΑΣΑ ένα εκατομμύριο αποζημίωση για την ψυχική οδύνη!!!
Τέτοιο καταπληκτικό και ασταμάτητο σερί μαλακίας είχα να αντικρίσω από το μάθημα των Θρησκευτικών.
Μπορεί να ξέρουμε ήδη ότι ο ελεγκτής πουλούσε νταηλίκια στο παιδί και επομένως είχε πιο πολλά σκατά παρά νευρώνες στο κεφάλι του, για τον οδηγό δεν έχουμε στοιχεία για τη συμπεριφορά του, αλλά δεν μπορώ να φανταστώ πόσες βίδες πρέπει να σου έχουνε στρίψει ανάποδα και πόσο πειραγμένη πρέπει να είναι η εσωτερική σου καλωδίωση για να δολοφονήσεις κάποιον με την αιτιολογία ότι δε σου πληρώνει εισιτήριο.
Ο άλλος, που ήταν από πίσω απ'το τρόλεϊ με το αυτοκίνητό του, λέει ότι ο μικρός έπεσε από το τρόλεϊ χωρίς μπλούζα και παπούτσια, μόνο με το παντελόνι του. Μήπως τον βίασαν κιόλας;
Από την άλλη, το να προσπαθήσει να τον τραβήξει ο ελεγκτής βλέποντας ότι πέφτει, όπως κι αν άνοιξε η πόρτα, μου φαίνεται πολύ πιο λογικό, γιατί όσο σκατοκέφαλος και να ήτανε, το στοιχειώδες ένστικτο αυτοσυντήρησης έλεγε ότι αν τον άφηνε να πεθάνει θα σάπιζε για όλη την υπόλοιπη ζωή του στη φυλακή.
Τέλος πάντων, το πώς εξελίχθηκε το περιστατικό θα το δείξει η αστυνομική έρευνα, ο Σέρλοκ Χολμς κι ο Αστυνόμος Σαΐνης, εγώ δεν μπορώ να μιλάω με βεβαιότητα από τη στιγμή που τα όσα ξέρω προέρχονται από τις ειδήσεις. Και τώρα πάμε στο άλλο αυτονόητο, που διατύπωσα ξανά νωρίτερα: αν δεν έχεις εισιτήριο, δεν μπαίνεις στο τρόλεϊ. Το βουλώνεις και περπατάς.
Αυτό που δε φαίνεται να καταλαβαίνουν οι διάφοροι aristeroi, οι οποίοι κλαίνε και ωρύονται και μετά το περιστατικό επιτίθενται σε όποιον ελεγκτή βλέπουν και το περηφανεύονται κιόλας, είναι ότι οι συγκοινωνίες δεν είναι δωρεάν. Ούτε η Εκκλησία τις χρηματοδοτεί, ούτε καμία φιλανθρωπική οργάνωση, ούτε κανένας εκκεντρικός εκατομμυριούχος αποφάσισε να σου κάνει δώρο τις μετακινήσεις σου.
Εδώ μπαίνει δήλωση επώνυμου μαλάκα, του γνωστού Παπαδημούλη από το ΣΥΡΙΖΟΚ, ο οποίος λέει να παρέχονται δωρεάν μετακινήσεις στους άνεργους. Α, και να φανταστώ ότι θα τα πληρώσεις εσύ από την τσέπη σου, ε, big spender? Άμα το κάνουμε αυτό, τότε η μισή Αθήνα δε θα πληρώνει εισιτήριο κανονικά και με το νόμο, και με τέτοια έσοδα ο ΟΑΣΑ θα σου βγάζει ποιότητα συγκοινωνίας Μπαγκλαντές. Ένα λεωφορείο κάθε δύο ώρες και οι επιβάτες θα κρέμονται από τα παράθυρα και την οροφή.
Αλλά τι πρόβλημα έχει ο Παπαδημούλης να εκτοξεύει τις μαλακίες του; Μήπως θα γίνει ποτέ κυβέρνηση για να χρειαστεί να τις υλοποιήσει;
...
...ρε παιδιά, ψήστε το να βγάλουμε κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΟΚ να τους δούμε τι ωραία που θα υλοποιήσουν όλες τις υποσχέσεις τους.
Αλλά ξεφεύγουμε από το θέμα.
Οι συγκοινωνίες έχουν κόστος, κι αυτό το κόστος πληρώνεται, κατά κάποιο μέρος, με το εισιτήριο.
-Α, ναι; Κι εσύ, που σε έπιασε τώρα η πρεμούρα για το εισιτήριο, μήπως τυχαίνει να κατεβάζεις τραγούδια παράνομα; Αυτό δεν θεωρείται τζαμπατζιλίκι, για να μην πω κλοπή;
Κλασικό παράδειγμα Ελληνάρα που για να δικαιολογήσει τη μαλακία του συγκρίνει τη βούρτσα με την πούτσα. Η πειρατεία της μουσικής υπάρχει από τότε που οι πατεράδες μας γράφανε τα τραγούδια που τους άρεσαν σε κασέτες απευθείας από το ραδιόφωνο. Την ίδια εποχή, τα λεωφορεία είχανε εισπράκτορες και δεν έμπαινες χωρίς να πληρώσεις.
Άλλωστε, οι καλλιτέχνες δεν περιμένουν να βγάλουν το ψωμί τους και την κόκα τους από τις πωλήσεις των τραγουδιών τους. Από συναυλίες, τηλεοπτικές εμφανίσεις, δικαιώματα για διαφημίσεις, τηλεοπτικές σειρές και soundtrack ταινιών και merchandise μπιχλιμπιδιών, οι καλλιτέχνες βγάζουν τα κέρατά τους συν το ΦΠΑ, και δε βλέπω τη Lady Gaga ή τον Bieber να παραπονιούνται ότι δε βγαίνουν μάνα μου κι ούτε τα τσιγάρα τους δε βγάζουν.
Ο ΟΑΣΑ, από την άλλη, έχει το εισιτήριο στο 1,20 για το τρόλεϊ κι 1,40 στο μετρό, παίρνει και επιχορήγηση από το κράτος, που σημαίνει ότι τις συγκοινωνίες των Αθηναίων τις πληρώνουμε και τα υπόλοιπα έξι εκατομμύρια που δε ζούμε στην Αθήνα, και παρ'όλα αυτά μπαίνει μέσα.
Πες ότι θες να πάρεις ένα ταξί. Γνωρίζεις από πριν ότι η ταρίφα πρέπει να γράψει πέντε ευρώ ξέρω γω. Μπαίνεις μέσα, σε πηγαίνει ο ταξιτζής, γράφει η ταρίφα πέντε ευρώ, δηλαδή ούτε πήγε να σε κλέψει, ούτε τίποτα. Όλα καλά κι όλα ωραία. Διανοείσαι να του πεις "δε σε πληρώνω";
Όχι; Στο λεωφορείο γιατί το διανοείσαι;
Αλλά ξέχασα, ο ταξιτζής είναι μεροκαματιάρης άνθρωπος, ενώ το λεωφορείο αντιπροσωπεύει το μισητό κράτος και το σύστημα κι εσύ είσαι ανάρχα και δε δέχεσαι να πληρώνεις το σύστημα.
Έστω ότι έρχεται Δευτέρα πρωί η Τρόικα με καύλες και λέει στο Σαμαρά "ιδιωτικοποιήστε τις συγκοινωνίες". Κι αυτός, επειδή η οσφυοκαμψία είναι ανίατη ασθένεια, το κάνει. Ξέρετε τι θα κάνει ο ιδιώτης; Αμέσως αμέσως το εισιτήριο θα απογειωθεί στα δυόμιση ευρώ τουλάχιστον, γιατί ο ιδιώτης δεν είναι μαλάκας να δουλεύει με ζημία. Τότε να σας δω, αριστερούληδες, αν το εισιτήριο στο 1,40 "ήταν πολύ ακριβό" και "δεν τους περισσεύουν όλους τόσα λεφτά, καριολίτσα".
Επιπλέον, προκειμένου να διασφαλίσει το κέρδος του θα εφαρμόσει δύο πολύ απλά, αυτονόητα θα έλεγα, μέτρα: μπάρες στους σταθμούς του μετρό, και είσοδο από την πρώτη πόρτα στα λεωφορεία.
Και μη μου πείτε πώς θα εφαρμοστεί αυτό το πράμα στην Αθήνα, θα γίνει χαμός, θα παραλύσουν οι συγκοινωνίες και τέθοια. Εφαρμόζεται εδώ και χρόνια στο Λονδίνο και στο Παρίσι, πόλεις τριπλάσιες σε πληθυσμό από την Αθήνα, και δεν έχει ανοίξει ρουθούνι.
Αλλά, βέβαια, τι ξέρουν οι κουτόφραγκοι;
Αυτό που ξέρω εγώ είναι ότι στους κουτόφραγκους δεν τολμάς να μπεις στο λεωφορείο ή το τρένο χωρίς να έχεις εισιτήριο, πολύ δε περισσότερο να πουλήσεις μαγκιά όταν σε πιάσουν.
Κι άμα κάποιος βουτήξει στο κενό για να γλιτώσει το πρόστιμο, θα τον κατατάξουν στα Darwin Awards, όχι στο πάνθεον των αντιστασιακών ηρώων.
Αλλά αυτή είναι η Ελλάδα. Τέτοιο μπουρδέλο είμαστε, τέτοια που παθαίνουμε μας αξίζουν.
Αυτά, και να προσέχετε να μη στέκεστε κοντά στις πόρτες των τρόλεϊ, γιατί μπορεί να καυλώσει του οδηγού να την ανοίξει εν κινήσει.

Τετάρτη 14 Αυγούστου 2013

Αι Δυνάμεις του Άξονος

Θυμάστε αυτό το άρθρο πριν κανένα χρόνο που είχα περιλάβει στο κράξιμο τους Συμμάχους στον Βούτα Παγκόσμια Πόλεμο; Σας είχα τάξει άρθρο και για τον άξονα, Γερμανία-Ιταλία-Ιαπωνία, και μόλις έφτασε. Αν και το παλιό, ξαναβλέποντάς το, παραείναι επιθετικό, οπότε μάλλον θα το ξαναγράψω. Για άλλη μια φορά, πάντως, δεν γνωρίζω προσωπικά κάποιον Γερμανό, Ιταλό ή Γιαπωνέζο, οπότε το κράξιμο βασίζεται αποκλειστικά και μόνο σε στερεότυπα. Αν τυγχάνετε υπέρμαχος της πολιτικής ορθότητας, τότε, με όλο το σεβασμό, να πα να γαμηθείτε.
Γερμανία

Η Γερμανία αποτελείται από Γερμανούς και Γερμανίδες, μας λέει ο Captain Obvious. Οι Γερμανίδες είναι περίεργη ράτσα. Όταν είναι μικρές είναι ψηλές, ξανθές, λεπτές, με λείο απαλό δέρμα, στρογγυλά ζουμερά Apfelstrudeln, κοτσίδια και σερβίρουν μπύρες και πιατέλες με λουκάνικα φορώντας παραδοσιακές βαυαρέζικες στολές κι ένα πλατύ χαμόγελο. Και μετά γίνονται κάτι χοντρές φακλάνες που έρχονται στην Ελλάδα και κάνουν γυμνισμό γαμώ τη σεξουαλική μου απελευθέρωση.
Ανάλογα πάει και ο Γερμανός, που σαν μικρό παιδάκι είναι ένας μπόγος που τρώει στρούντελ και σοκολάτες όλη την ώρα, μετά γίνεται ψηλός ξανθός και άχαρος και μια μέρα ξαφνικά είναι εκείνος ο στρογγυλός καλοσυνάτος μπάρμπας που φέρει τεράστια γενειάδα ευφάνταστου σχήματος.
Ιστορικά, η Γερμανία στιγματίστηκε από τον Χίτλερ και τους Ναζί, οι οποίοι ενέπνευσαν τα Χρυσαύγουλα, τα οποία Χρυσαύγουλα αν τα έβλεπαν οι Ναζί θα τα έκαναν κι αυτά υποαλλεργικό σαπούνι κατάλληλο για το ευαίσθητο βρεφικό δερματάκι.
Αλλά οι Γερμανοί τα έχουν αφήσει πίσω τους αυτά και εφαρμόζουν πλήρως τη diversity. Η Εθνική τους στο τελευταίο Γιούρο είχε δύο Τούρκους, δύο Πολωνούς κι έναν μαύρο. Αλλά κι η κυβέρνησή τους έχει Υπουργό Οικονομικών ανάπηρο, Υπουργό Οικονομίας Βιετναμέζο, Υπουργό Εξωτερικών γκέι και γυναίκα Καγκελάριο. Αλλά ας μη μιλάμε για την Καγκελάριο της Γερμανίας.
Αν κάτι τους έχει μείνει από τον Χίτλερ, αυτό είναι η στρατιωτική πειθαρχία και οργάνωση, με την οποία ξεπέρασαν την πούτσα που φάγανε στον πόλεμο, έστησαν από τις πιο ισχυρές βιομηχανίες του κόσμου κι έτσι μπορεί τώρα η Καγκελάριος της Γερμανίας να έχει έναν πρώην πιτσαδόρο-νυν Πρωθυπουργό να της γλείφει τη Βέρμαχτ.
Άλλος ένας παράγοντας στην ισχυρή Γερμανική οικονομία είναι φυσικά το ότι όλοι τους είναι σπαγκοραμμένοι του κερατά. Η Γερμανία, βλέπετε, είναι η μόνη χώρα στον κόσμο που μπορείς να ψωνίζεις από το Lidl χωρίς να θεωρείσαι φτηνιάρης και γύφτουλας, γιατί αυτοί το εφηύραν. Αλλά τι να περιμένεις από ανθρώπους που έρχονται στην Ελλάδα και τη βγάζουν με μια χωριάτικη κι ένα καρπούζι. Μέχρι και τα νερά τους φέρνουν μαζί τους.
Επίσης, η πειθαρχία τους έχει ως αποτέλεσμα να είναι τέρμα ξενέρωτοι. Τα πιο έξαλλα κλαμπ της Γερμανίας κλείνουν γύρω στις 11, άντε στις 12 την Πρωτοχρονιά για να κάνουν την αντίστροφη μέτρηση. Βέβαια κι η Γερμανική μουσική δεν έχει και πολλά να πει.
Για την ακρίβεια, ο Μπετόβεν κι ο Βάγκνερ έχουν κάτι να πουν. Μετά η συνεισφορά της Γερμανίας είναι κάτι ελεεινές 80s europop μπάντες με σκαρπίνι κι άσπρη κάλτσα, οι Σκόρπιονς οι οποίοι μόνο στην Ελλάδα έχουν ακόμα κοινό, κι η Angela Gossow, την οποία συζητούσαμε κάποτε σε μια εγγραφή του Χωστήρα σαν δείγμα ωραίας μεταλλούς και ναι, είναι ωραία γαμώ την πουτάνα της, αλλά αυτοί οι ήχοι που βγάζει απ'το λαρύγγι της είναι τρομακτικοί.
Μιλώντας για τρομακτικούς Ήχους, οι Γερμανοί μιλάνε Γερμανικά, εκτός από τον Β' Παγκόσμιο Πόλεμο που μιλούσαν Αγγλικά με Γερμανική Προφορά. Τα Γερμανικά είναι η τέλεια Γλώσσα για να νομίζει ο Κόσμος ότι του βρίζεις το Σόι με κάθε Λέξη που λες, ακόμα κι αν του λες να πάει στο Φούρνο να φέρει Ψωμί.
Επίσης τα Γερμανικά έχουν έναν περίεργο Κανόνα ότι κάθε Ουσιαστικό παίρνει το πρώτο Γράμμα κεφαλαίο. Οπότε είναι σαν να λες το Τραπέζι, το Θρανίο, το Μήλο, το Σπίτι, το Κέρατό μου κλπ κλπ. Κύριο Όνομα το Τραπέζι, για φαντάσου! Εκτός όμως από αυτή την Παραξενιά, και το ότι άμα σε δουν να πετάς κάτω Αποτσίγαρο θα καλέσουν τους Μπάτσους να σε μαζέψουν, οι Γερμανοί είναι γενικά καλοί Άνθρωποι. Νομίζω.
Ιταλία

Το πρώτο πράγμα που σκεφτόμαστε από Ιταλία είναι η ιταλική κουζίνα, που σου λέει ότι γαμεί και δέρνει. Η αλήθεια είναι ότι οι Ιταλοί εφηύραν τις πίτσες, κάτι για το οποίο η ανθρωπότης θα πρέπει να τους χρωστάει αιώνια ευγνωμοσύνη. Κι εδώ να πω το παράπονό μου. Οι Έλληνες δεν ξέρουν να φτιάχνουν πίτσα. Η πίτσα για να είναι σωστή και να λέει πρέπει να έχει λεπτό, τραγανό ζυμάρι και να είναι όσο γίνεται στεγνή από λίγδες. Κι ο Ελληνάρας σου φέρνει ένα πράμα σαν ψωμί με ντομάτα από πάνω που άμα το στραγγίξεις θα έχεις να αλλάξεις λάδια σε όλα τα μπλε λεωφορεία του ΟΑΣΘ και θα σου μείνει και για μερικά από τα πολύχρωμα.
Βέβαια δεν είναι όλα ρόδινα στην ιταλική κουζίνα. Για παράδειγμα, μπορεί στα βρωμερά τυριά οι Γάλλοι να έχουν το όνομα, αλλά οι Ιταλοί έχουν τη χάρη, καθώς φτιάχνουν ένα που έχει μέσα γονιμοποιημένες κάμπιες.
ΚΑΜΠΙΕΣ, γαμώ τα δολοφονικά τάκλιν του Γκατούζο!
Και μια που είπαμε Γκατούζο, οι Ιταλοί είναι γνωστοί στα ποδοσφαιρικά πράγματα ως εφευρέτες της τακτικής "άμυνα με ξαφνικές άμυνες", την οποία εφαρμόζουν και οι Έλληνες ποδοσφαιριστές αλλά αυτοί λόγω αμπαλοσύνης.
Η γλώσσα τους, πάλι, έχει αυτό το τραγουδιστό, αυτή την προφορά, αυτό το Θεόδωρος Ανδρεάδης Συγγελάκης, που κάνει τσι γκόμενες να λιώνουν και τους Ιταλούς να έχουν τη φήμη του εραστή. Βέβαια κι οι Ιταλίδες δεν πάνε πίσω, Μόνικα Μπελούτσι δεν ξέρω πώς μου πετάχτηκε τώρα αυτό το όνομα ξαφνικά εδώ πέρα.
Κι είναι αλήθεια ότι στα ιταλικά μπορείς να λες "έλα εδώ μωρή καραπουτανάρα να σε ξεσκίσω μέχρι να στάζει το σπέρμα μου από τις ξεχειλωμένες σου τρύπες" και να ακούγεται σαν να λες "ο Θεός πήρε δυο αστέρια απ'τον ουρανό και τα έβαλε στα μάτια σου, amore mio".
Η Ιταλική μουσική, από την άλλη, στην ουσία είναι ένας τύπος που κλίνει το ρήμα amore σε όλες τις πτώσεις και το τελικό αποτέλεσμα υποτίθεται ότι είναι και καλά ερωτικό αλλά στην ουσία είναι τόσο γκέι που ο Σερ Έλτον Τζον τα βρόντηξε όλα κάτω και πήγε στα βουνά της Μοντάνα να κόβει ξύλα.
Επίσης η Ιταλική τηλεόραση είναι χειρότερη κι από την Ελληνική, κι αυτό λέει πολλά γιατί στην Ελληνική τηλεόραση παίζονται δεκαπέντε χρόνια σε επανάληψη άκοπα και εμπλοκή το Κωνσταντίνου και Ελένης και το Άκρως Οικογενειακόν. Βασικά η ιταλική τηλεόραση είναι σαν να βλέπεις το Λαζόπουλο με γυμνές γκόμενες από πίσω.
Και γι'αυτό φυσικά φταίει ο Μπερλουσκόνι. Όσο οι μεν ψηφίζαμε μπουλούκους και ποδηλάτες, οι δε ψήφιζαν έναν πορνόγερο που είχε κονομήσει τα κέρατά του από την τηλεόραση και τα βράδια διοργάνωνε στο σπίτι του όργια με ανήλικα πουτανάκια διψασμένα για δόξα, χρήμα και σπέρμα.
Τι τα θες; Μουνί τα έκαναν οι μεν, μουνί κι ο δε.
Μετά υπάρχουν τα ιταλικά αυτοκίνητα, τα οποία σύμφωνα με το Top Gear έχουν ψυχή, πάθος, γκέι καρδιά και δεν ξέρω εγώ τι άλλο. Αν βέβαια είσαι ανώμαλος κι αυτό που σε ενδιαφέρει στο αυτοκίνητο που θα πάρεις είναι να παίρνει μπρος και να τσουλάει το πρωί, καλύτερα να πας στους Γερμανούς. Κι ας μην έχει το VW την ψυχή του Alfa Romeo.
Θα ήταν βέβαια μεγάλη παράλειψη να μην αναφερθούμε και στη Μαφία. Μιλάμε για ένα από τα μεγαλύτερα νησιά της Μεσογείου να είναι σε φάση που οι νόμοι του κράτους δεν ισχύουν, κουμάντο κάνει το οργανωμένο έγκλημα και οι λογαριασμοί ξεκαθαρίζονται με τα όπλα. Χμ...τι μου θυμίζει, τι μου θυμίζει...
Ιαπωνία

Κάποιοι θα πουν ρατσιστικά ανέκδοτα για το ρύζι που τρώνε και στουμπώνουν, αλλά εγώ είμαι ανώμαλος. Πλην της δεδηλωμένης αδυναμίας μου στις μαύρες (Μπιγιονσέ, Μπιγιονσέ, Μπιγιονσέ, Μπιγιονσέ, Μπιγιονσέ), βρίσκω κάτι το τραβηχτικά εξωτικό στο σχιστό μάτι, ξέρετε εσείς, Asa Akira, Lucy Liu σε πιο SFW, ξέρετε εσείς. Εκτός από τις Γιαπωνέζες.
Βλέπετε, οι ξαδέρφες της Γιαπωνέζας, Βιετνάμ, Ταϊλάνδη κι εκεί γύρω, μοιάζουν τουλάχιστον ότι έχουν ενηλικιωθεί (κάτι κάνει και το πλαστικό βυζί βέβαια). Η ίδια η Γιαπωνέζα, όμως, με το χτένισμα, το ντύσιμο, το ανύπαρκτο στήθος και φυσικά το ύφος κλαμένου χταποδιού,  φαίνεται σαν ανέγγιχτη μαθητριούλα. Κι όχι με την καλή έννοια.
Εκτός που καυλώνουν με πράγματα που δε θα έπρεπε να καυλώνουν, οι Γιαπωνέζοι τρώνε πράγματα που δε θα έπρεπε να τρώνε. Δε λέω για τα ωμά ψάρια, αυτό είναι κλάιν. Οι Γιαπωνέζοι τρώνε το φούγκου, ένα ψάρι με μια τεράστια κύστη δηλητήριο. Φίλε Γιαπωνέζε, ξέρεις γιατί το φούγκου έχει μια τεράστια κύστη δηλητήριο; ΓΙΑ ΝΑ ΜΗΝ ΤΟ ΦΑΣ, ΗΛΙΘΙΕ!
Επίσης τρώνε μοσχάρι Κόμπε, το οποίο του κάνουν μασάζ στην πλάτη και το ποτίζουν μπύρα για να παχύνει. Λοιπόν, μάγκες, πάμε όλοι να γίνουμε μοσχάρια στην Ιαπωνία. Αλλά το καλύτερο είναι ότι υπάρχουν κοπέλες που πληρώνονται ειδικά για να τρέφονται αποκλειστικά και μόνο με φράουλες και παίρνουν τα απόβλητά τους και τα σερβίρουν για γκουρμέ επιδόρπιο.
Αυτό είναι που λένε σκατά με φράουλες.
Στην τηλεόραση οι Γιαπωνέζοι βλέπουν Κάστρο του Τακέσι (χωρίς τον Ακίνδυνο Γκίκα) και διάφορα άνιμε που μας δείχνουν τον αγώνα του πρωταγωνιστή, ο οποίος αν και Ιάπων έχει κάτι μάτια σαν ζάντα αλουμινίου 18 ιντσών που βάζει ο μπουρναζοκάγκουρας στο Χιουντάι, να γίνει το νούμερο ένα, ο καλύτερος, ο πολεμιστής, ο γαμιάς, να τα μαζέψει όλα, δεν ξέρω, και κάτι πλοκαμοειδές από πίσω.
Από μουσική, οι Γιαπωνέζοι πλέον παράγουν φτηνές και αισχρές απομιμήσεις της δυτικής μουσικής, με πιο γνωστό τον PSY που δεν είναι καν Γιαπωνέζος αλλά Κορεάτης. Η παραδοσιακή τους μουσική πάλι είναι σαν να πάρεις το μπάντζο του ξαδέρφου σου του Μπίλι Μπομπ από την Αλαμπάμα, να το ξεκουρδίσεις και να το πετάξεις από μια σκάλα.
Εκτός από περίεργοι, οι Γιαπωνέζοι είναι εξαιρετικά μικροσκοπικοί. Το μέσο ύψος τους είναι 1,50, το μέσο βάρος τους 30 κιλά κι αν πιάσω και το μέσο μήκος τους θα το ξεφτιλίσουμε. Κάπως έτσι καταφέρνουν και στοιβάζονται στο μετρό του Τόκιο και σε εκείνα τα ξενοδοχεία με θαλάμους που είναι σαν να κοιμάσαι σε ένα ντουλάπι.
Οφείλουμε πάντως να παραδεχτούμε τους Γιαπωνέζους για ένα πράμα. Σε αντίθεση με τους ξαδέρφους τους τους Κινέζους, που ό,τι φτιάχνουν κρατάει για δύο ώρες, οι Γιαπωνέζοι φτιάχνουν υψηλής ποιότητας ηλεκτρονικά μπιχλιμπίδια (τα οποία χρησιμοποιούν για να παίζουν Ταμαγκότσι) και αυτοκίνητα που δε χαλάνε με τίποτα. Μαλάκες, πήρε ο Τζέρεμι Κλάρκσον ένα Τογιότα Χάιλουξ, το έριξε από δώδεκα ορόφους και δεν έπαθε τίποτα. Κι αν κάτι δεν μπορεί να το καταστρέψει ο Τζέρεμι Κλάρκσον, δεν καταστρέφεται με τίποτα.
Αλλά για όλα αυτά υπάρχει εξήγηση. Η κοινωνία των Γιαπωνέζων είναι βαθύτατα και παράλογα καταπιεστική. Δεν ξέρω αν πέφτει βούρδουλας από πάνω ή τους βγαίνει από μέσα τους, αλλά ο ψυχαναγκασμός των Γιαπωνέζων στην τήρηση της τάξης, της ακρίβειας και των κανόνων κάνει τους Γερμανούς να μοιάζουν με ελληνικό δημόσιο.
Σου λέει, αν αργήσει το τρένο σου πάνω από πέντε λεπτά, σου δίνουν χαρτί ότι άργησε το τρένο για να το πιστοποιήσεις στο αφεντικό σου. Πέντε λεπτά! Που στην Ελλάδα, άμα πεις στο αφεντικό σου ότι άργησες πέντε λεπτά, θα σου πει "Μμμ; Καλά, καλά, πήγαινε στο κυλικείο και πιες έναν καφέ μέχρι να έρθουν οι υπόλοιποι".
Ε, άμα ζεις με τέτοιο άγχος, επόμενο είναι μετά να σου στρίψει η βίδα ανάποδα και να αρχίσεις να ορέγεσαι ανήλικα και καλαμαροειδή.
Και γι'αυτό όταν έρχονται σε άλλες χώρες που χου Ελλάδα, είναι τόσο ενθουσιασμένοι που βγάζουν φωτογραφίες μέχρι και τα καλαθάκια που πετάμε τα αποτσίγαρα.
Αυτά, και να προσέχετε μη βρεθείτε στη Χιροσίμα του 1945 και σας σκάσει στη μάπα η ατομική βόμβα την οποία ανέπτυξαν ο γερμανικής καταγωγής Οπενχάιμερ κι ο ιταλικής καταγωγής Φέρμι.

Κυριακή 11 Αυγούστου 2013

Ανθυγιεινό σπορ το περπάτημα

Τώρα το καλοκαίρι έχω υιοθετήσει τη συνήθεια να βγαίνω και να περπατάω μεγάλες αποστάσεις. Το κάνω αυτό το πράμα για αρκετούς λόγους. Ο ένας είναι η άσκηση, αν και έχω παραμείνει εδώ και ένα χρόνο κολλημένος στα 80 κιλά αλλά γι'αυτό φταίει η μάνα μου που μαγειρεύει ωραία. Επίσης γνωρίζω καλύτερα την πόλη μου, και φυσικά μαζεύω έμπνευση και φωτογραφικό υλικό για τις ανεπανάληπτες αναρτήσεις μου, όπως το ποδηλατάδικο "Bikes N Roses" στην Άνω Τούμπα σε ένα στενό μετά τη ρεματιά της Υφανέτ και το μνημειώδους συλλήψεως σύνθημα "Εμμανουέλα Καριόλα ο ΠΑΟΚ πάνω απ'όλα". Κι εδώ έχουμε άλλο ένα κρούσμα:
Εκ πρώτης όψεως το πράγμα φαίνεται απλό: ο Νίκος, 29 ετών (εκτός κι αν με αυτό το 29 εννοεί το λεωφορείο της Πολίχνης ότι δουλεύει εκεί πέρα σαν οδηγός, αλλά όπως θα δούμε στη συνέχεια κάτι τέτοιο δεν ισχύει) ψάχνει κοπέλα (κι όχι νταλικέρη, σε περίπτωση που μπορεί να είχατε μπερδευτεί) για σχέση.
Και θα μου πείτε εσείς τώρα, είναι δυνατόν, να περιμένει να βρει σχέση βάζοντας ένα χαρτί πάνω σε μια στάση λεωφορείου στη Δελφών; Ποια σοβαρή κοπέλα θα έπαιρνε γουρούνι στο σακί; Δεν είναι, όμως, έτσι τα πράγματα. Θα σας δείξω, με μία αποστομωτική Σερλοκχόλμεια ανάλυση, πως κάθε κοπέλα που είναι single και γύρω στα 29 (και ζει στη Θεσσαλονίκη, προφανώς, γιατί το Χαρτούμ πέφτει λίγο μακριά είναι η αλήθεια) θα έπρεπε να δώσει μια ευκαιρία στον αγαπητό Νίκο.
Βλέπουμε, αρχικά, ότι ο Νίκος θέτει το ζήτημα νέτα σκέτα, χωρίς φιοριτούρες και λοιπές αηδίες. Ψάχνω κοπέλα για σχέση. Ούτε μα και μου, ούτε τίποτα. Αυτό μας δείχνει έναν χαρακτήρα δυναμικό, τολμηρό, που περνάει τις μαλακίες στο φαστ φόργουορντ και μπαίνει κατευθείαν στο ψητό.
Προσέξτε, όμως, ιδιαίτερα, ότι ψάχνει κοπέλα για σχέση. Δεν την θέλει, δηλαδή, για μια ξεπέτα, για να προσφέρει στον εαυτό του μια πρόσκαιρη ικανοποίηση και μετά να πετάξει τη δύσμοιρη κοπέλα που θα ανταποκριθεί στο κάλεσμά του σε έναν κάδο ανακύκλωσης, σαν άλλος Τσάρλι Χάρπερ που μένει στη Δελφών ή κάπου εκεί γύρω. Αυτό μας δείχνει ότι ο Νίκος έχει και ευαίσθητες πτυχές, φρουτώδη αρώματα και κάποιες δρύινες νότες.
Ας δούμε, τώρα, τον γραφικό του χαρακτήρα. Ο Νίκος κάνει γράμματα στρογγυλά, μεγάλα, καθαρά, ευανάγνωστα, σχεδόν σαν να έγραψε κοπέλα αυτό το χαρτί. Φαίνεται ότι ο Νίκος είναι ένας αρκετά έξυπνος άνθρωπος, που σίγουρα θα ακολούθησε κάποιον απαιτητικό επιστημονικό κλάδο στις σπουδές του-αλλά όχι Ιατρική, προφανώς, γιατί τότε θα αναρωτιόμασταν ποιος πήγε και κόλλησε το καρδιογράφημά του στη στάση.
Επιπλέον, το ότι δίνει e-mail και όχι τηλέφωνο για επικοινωνία με κάθε ενδιαφερόμενη, το οποίο απέκρυψα από τη φωτογραφία γιατί είστε κωλόπαιδα και θα τρολάρατε μέχρις τελευταίας ρανίδας του σπέρματός σας αυτόν τον καημένο άνθρωπο που τι σας έφταιξε στην τελική, δείχνει δύο πράγματα: α) ότι απεχθάνεται το πολύ μπλα μπλα και προτιμά λίγα και σωστά λόγια, άρα αποκλείεται να είναι τριτοδεσμίτης, και β) ότι είναι μέσα στην σύγχρονη τεχνολογία.
Επομένως μπορούμε με στατιστικό σφάλμα 5% να συμπεράνουμε ότι ο Νίκος είναι απόφοιτος της Ηλεκτρολόγων Μηχανικών, στα εφτά χρόνια, ίσως και στα έξι, που έκανε δύο χρόνια μεταπτυχιακό, πήγε φαντάρος, και τώρα ψάχνεται-για δουλειά και γενικότερα.
Είναι Λέων με ωροσκόπο Ιχθύ και Σελήνη στον Ταύρο, κάτι που φαίνεται και από τα προαναφερθέντα συμπεράσματα για τον χαρακτήρα του. Πίνει φραπέ μέτριο χωρίς γάλα και μετά τις πέντε το απόγευμα σκουρόχρωμες μπύρες από την Τσεχία, μέχρι πριν από δύο χρόνια κάπνιζε στριφτό Κρέιβεν με χαρτάκι Ρίζλα πράσινο αλλά τώρα το έχει κόψει, και το αγαπημένο του φαγητό είναι παϊδάκια στα κάρβουνα με ρίγανη και μπόλικο λεμόνι. 
Ακούει κυρίως κλασική ροκ αλλά δε λέει όχι και στην καλή μέταλ, έχει κοντό μαλλί και πυκνό μαύρο μούσι, στις τελευταίες εκλογές ψήφισε Σύριζα αλλά αμφισβητεί ανοιχτά τον Τσίπρα όπου τον βλέπει να έχει λάθος (κάθε δύο μέρες δηλαδή) και κρίνοντας από τον τρόπο που έχει κολληθεί το χαρτί στη στάση έχει ύψος γύρω στο ένα εβδομήντα εφτά και τρία δέκατα.
Αν ο Νίκος, 29 ετών, που ψάχνει για σχέση, με διαβάζει, θέλω να επιβεβαιώσει ή να διαψεύσει (δηλαδή να επιβεβαιώσει) τα συμπεράσματά μου για το άτομό του, και κατόπιν να με ευχαριστήσει που τον βοήθησα να γλιτώσει τη γκρίνια της μάνας του πότε θα μου φέρεις κι εμένα μια νύφη ανεπρόκοπε να μου κάνεις ένα εγγονάκι να έχω να παίζω τώρα που τελείωσαν τα τούρκικα στον ΑΝΤ1 και τέθοια.
Σήμερα, όμως, τα πράγματα εξελίχθηκαν λίγο διαφορετικά για μένα, γιατί βγήκα να περπατήσω και με έπιασε η βροχή.

Κάτι που θα ταίριαζε απόλυτα αν είχαμε Νοέμβρη κι όχι Αύγουστο, αλλά ένα σόλο του Slash πάντα είναι ευπρόσδεκτο.
Και το καλύτερο ξέρετε ποιο είναι; Ότι κατάφερα να με πιάσει η βροχή στην Αγίου Δημητρίου πάνω από το πανεπιστήμιο, όπου δεν υπάρχουν υπόστεγα να κρυφτείς από τη βροχή. Και λέμε δυνατή βροχή, όχι "με πιτσίλισαν πέντε ψιχάλες και παραπονιέμαι σαν να είμαι καμία γκόμενα".
Οπότε μέχρι να βρω επιτέλους ένα υπόστεγο στην είσοδο της Οδοντιατρικής (της οποίας το κυλικείο ονομάζεται in true Stathis Panagiotopoulos spirit "Άριστο και Τέλειο" αλλά δεν έβγαλα φωτογραφία γιατί μες στο πουτσόβροχο αυτή την αγωνία είχα, επιφυλάσσομαι για μια πιο στεγνή μέρα) είχα γίνει πιο μούσκεμα κι από μουνί σκυλούς που βλέπει τον Βέρτη, ή τον Κωνσταντίνο Αργυρό, ή όποιον άλλο μπουζουκοτραγουδιάρη μετράει για ωραίος άντρας, δεν ξέρω.
Που μου θύμισε γιατί μισώ τη βροχή. Κυρίως τις βρεγμένες κάλτσες.
Εννοείται, ψυχή μου που την έχω πατήσει μαζί σου, ότι δεν υπήρχε περίπτωση να κουβαλάω μαζί μου ομπρέλα. Το είπε άλλωστε κι ο Ξεπουλημένος: ο άντρας ο σωστός ΔΕΝ κουβαλάει ομπρέλα. Άμα πιάσει βροχή και δεν υπάρχει υπόστεγο τριγύρω, κάθεται και γίνεται σαν σκατά.
Και τώρα ακολουθεί μίρλα διαρκείας.
Έχω καταφέρει πολλά πράματα στη ζωή μου.
Έχω καταφέρει να σκύψω να ανοίξω τον υπολογιστή, να χτυπήσω το στόμα μου στη γωνία του γραφείου και να σπάσω το ίδιο δόντι που είχα ήδη σπάσει πριν δύο χρόνια.
Έχω καταφέρει να φάω σαβούρδα στο ίσωμα, σε στεγνό δρόμο.
Έχω καταφέρει να ανέβω στο ταψί του Magic Park, να φύγω από το κάγκελο και να κοπανιέμαι μέσα σαν το χταπόδι μέχρι να με λυπηθεί ο χειριστής και να το σταματήσει να κατέβω (αυτά πιο παλιά).
Έχω καταφέρει να πετύχω οδηγό λεωφορείου που άφησε την πόρτα ανοιχτή σε όλη τη διαδρομή και θυμήθηκε να την κλείσει ακριβώς τη στιγμή που κατέβαινα και πάλι καλά που δε με πετσόκοψε να λέμε.
Έχω καταφέρει να φάω χυλόπιτα από μία από τις, τόσο αντικειμενικά στο λέω, πιο άσχημες γκόμενες του τάδε ΓΕΛ δείνα γειτονιάς της Θεσσαλονίκης, και ναι εννοώ αυτήν που όλοι σας καταλάβατε, και όχι, δε λέω τώρα ότι είναι άσχημη γιατί μου έτσουξε το κωλαράκι που δε μου έκατσε και δεν είμαι κομπλεξικός και ΤΙ ΠΑΕΙ ΝΑ ΠΕΙ ΘΕΛΩ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ;
Έχω καταφέρει, με κάποιον μυστηριώδη τρόπο, να βγαίνει ότι εγώ φταίω που δε μου έκατσε η προαναφερθείσα.
Έχω καταφέρει να πάρω ΑΟΘ, που το παίρνουν όλοι για εύκολο εικοσάρι, και να γράψω 17 εκεί που θα είχα 19300 και θα έμεναν όλοι με τα σαγόνια τους στο πάτωμα, όχι ότι τώρα δεν έμειναν αλλά δεν φτάνουν τα σαγόνια στο πάτωμα αλλά αιωρούνται δέκα πόντους πιο πάνω.
Και σήμερα κατάφερα να βγω για περπάτημα μακριά απ'το σπίτι μου και σε μέρος που δεν έχει υπόστεγα την μοναδική μέρα του Αυγούστου που έβρεξε.
Μόνο εγώ τα καταφέρνω αυτά.
Πρέπει να είναι κάποιο είδος υπερδύναμης. Όπως ο Μαγκνέτο τραβάει πάνω του όλα τα μέταλλα, εγώ τραβάω πάνω μου όλη την κακοτυχία. Κι αν αναγραμματίσεις το Μαγκνέτο, βγαίνει Γκαντέμο, το οποίο σαφώς και δεν μπορεί να είναι σύμπτωση. Το πεπρωμένο με καλεί. Θα γίνω κι εγώ ένας ήρωας της Μάρβελ.
Αυτά, και να προσέχετε μην εφαρμόσω την αποστομωτική Σερλοκχόλμεια ανάλυσή μου και σε άλλο κόσμο εκτός από τον Νίκο 29 ετών που ψάχνει κοπέλα για σχέση και μας πάρει όλους ο διάολος.

Πέμπτη 8 Αυγούστου 2013

Level 18 Barbarian

Σήμερα, αγαπητοί αναγνώστες, είναι μια ξεχωριστή μέρα για μένα και για όλη την υπόλοιπη ανθρωπότητα: ενηλικιώνομαι.

Φέρτε μου την τούρτα με τη στριπτιτζού.
Μπορώ πλέον να βγάλω δίπλωμα οδήγησης και να ψηφίσω. Φυλαχτείτε.
Είμαι ενήλικος, ε; Που σημαίνει ότι τα χρόνια της αθωότητάς μου τελείωσαν. Πριν καλά καλά το καταλάβω, θα βρεθώ παντρεμένος, με δύο παιδιά που πάνε δημοτικό και τσιρίζουν όλη τη μέρα, αρχή καράφλας στο πίσω μέρος του κεφαλιού μου, μπάκα Παντελίδη και γενικώς να έχω εγκαταλείψει κάθε προσπάθεια να δείχνω ωραίος, να τρέχω όλη μέρα προσπαθώντας να βγάλω άκρη με τη φορολογική μου δήλωση, το σέρβις του αυτοκινήτου και την πεθερά μου που γκρινιάζει που έβγαλα την κόρη μου από τη μάνα μου κι όχι από αυτήν.
-Τα 18 έκλεισες, όχι τα 38, ξεκόλλα.
Ναι, έχετε δίκιο.
-Κι επιπλέον για να βρεθείς παντρεμένος με δύο παιδιά θα πρέπει πρώτα να κάνεις σεξ, κάτι που δε θα γίνει ούτε άμα του χρόνου το πρωτάθλημα το πάρει η Καλλονή.
Βρε άι στο διάολο. Εγώ φταίω που σας δίνω θάρρος. Πάρ'τονε στο γάμο σου να σου πει "και του χρόνου". Εγώ σας το λέω και να μου το θυμηθείτε, φέτος είναι η χρονιά μου.
-Πού, ρε καημένε; Στη Μηχανολόγων Μηχανικών, που το κοντινότερο πλάσμα που θα υπάρχει εκεί μέσα σε θηλυκό θα είναι η χοντρή σαραντάρα κυλικειατζού;
Α, με συγχωρείτε, δεν ήξερα ότι οι φοιτητές της Μηχανολόγων Μηχανικών επιτρέπεται να έχουν κοινωνικές συναναστροφές μόνο μεταξύ τους και με κανέναν άλλον φοιτητή από καμία άλλη σχολή. Να το ξέρω δηλαδή, τώρα που θα έρθει ο Γρηγόρης στη Θεσσαλονίκη και δε θα είναι στη Μηχανολόγων Μηχανικών να μην του μιλάω.
-Δεν είπαμε αυτό ρε έξυπνε, απλά είπαμε ότι στη σχολή σου, με την οποία αναπόφευκτα θα έχεις περισσότερα πάρε-δώσε, θα υπάρχουν τρεις γυναίκες εκ των οποίων οι δύο λεσβίες.
Και τι έπρεπε να κάνω δηλαδή, να δηλώσω καμία Φιλοσοφική; Μήπως Καλών Τεχνών; Μήπως να πήγαινα σε καμία σχολή κομμωτικής; Άλλωστε, και στο Πολυτεχνείο ακόμα, δεν χάνεται η ελπίδα. Υπάρχει πάντοτε η Αρχιτεκτονική.
-Και θα χτυπήσεις εσύ καημένε γκόμενα από την Αρχιτεκτονική. Μήπως να γύριζες στην φουσκωτή κούκλα που αποκαλείς Μπιγιονσέ κι έχεις βάψει μαύρη με μαρκαδόρους, λέω εγώ;
Τι είστε εσείς, ρε. Μην έχει ένας άνθρωπος γενέθλια και θέλει να χαρεί, αμέσως να του μαυρίσετε την ψυχή.
-Έλα ρε, πλάκα σου κάνουμε, μη μασάς, μια χαρά θα τα καταφέρεις, σου έχουμε απόλυτη εμπιστοσύνη.
Αλήθεια ρε παιδιά;
-Όχι, αλλά προκειμένου να κλαψομουνιάζεις μέχρι του χρόνου...

Αλλά ας τα αφήσουμε τώρα αυτά. Σήμερα γιορτάζουμε. Αλήθεια, μου πήρατε κανένα δωράκι;
-Ξέρεις, τώρα τελευταία έχω μείνει λίγο άψιλος, δηλαδή ούτε για τα τσιγάρα μου δε φτάνουν, και...
Καλά, εντάξει, κατάλαβα. Είστε τσίπηδες, φτηνιάρηδες, σπαγκοραμμένοι, έχετε καβούρια στον κώλο...στην τσέπη σας και δεν μπορούσατε να δώσετε ούτε πέντε ευρώ να μου πάρετε μια κούπα του καφέ με μια εξυπνάδα γραμμένη πάνω από τη Ρεζέρβα.
-Έλα, έλα τώλα, τσώπα, τσώπα, μην κλαις, κοίτα βρε τι σου πήραμε!

Χμ, ναι, σίγουρα. Σε μινιατούρα Hot Wheels, οπωσδήποτε.
-Ήθελες και κανονική Άστον Μάρτιν DB9, καημένε; Έμαθε ο κώλος σου στα πούπουλα και δεν μπορεί στις σούστες; Άιντε μη σου πάρουμε κανένα ποδήλατο χωρίς σέλα εκεί πέρα.
Ειλικρινά μιλώντας, χαίρομαι που έχω φίλους σαν κι εσάς, γιατί δε χρειάζεται να έχω εχθρούς.
-Έλα βρε γρουσούζη, όλα μαύρα τα βλέπεις.
Τέλος πάντων. Θέλω, τώρα, με τα δεκαοχτώ χρόνια πείρας! και σοφίας! στην πλάτη μου, να μιλήσω λίγο για την επόμενη γενιά, των γεννηθέντων εκεί γύρω στο 2000, και τι σκατά πάει στραβά με αυτά τα παιδιά.
Ήμουν χθες στο Magic Park με κάτι παλιούς συμμαθητές και κάναμε κάτι σαν reunion. Πρωτίστως, να πω ότι το 4G είναι μία τόσο συγκλονιστική εμπειρία που έβγαλα κάτι κραυγές που πιάνουν εύρος Χάλφορντ και βάλε (υπενθυμίζω ότι εγώ ή μιλάω ή τραγουδάω ντεθ μέταλ είναι ένα και το αυτό).
Αλλά η πιο συγκλονιστική εμπειρία ήταν το ταψί, όχι σαν ride καθεαυτό, αλλά αυτά που γίνονταν επάνω. Εμείς, οι δεκαοχτάχρονοι, δεν τολμούσαμε να αφήσουμε το κάγκελο για να μη φύγουμε και μαζεύουν τα κομματάκια μας από το ΙΚΕΑ (ταρακουνάει πολύ λαίμαι). Και ήταν και κάτι δεκατριάχρονα πάνω, που όχι μόνο άφηναν το κάγκελο, όχι μόνο σηκώνονταν από τις θέσεις τους, αλλά χόρευαν κιόλας. Κι όχι μόνο χόρευαν, αλλά έπαιρναν και πόζες, έστηναν και κωλαράκια για να βλέπει ο κόσμος που περίμενε από κάτω.
Κι όχι τίποτα τελευταία κωλαράκια, έτσι; Μιλάμε για κάτι κωλαράκια για να πας φυλακή και να σε κάνει το πουτανάκι του ο Νώντας ο νταλικέρης από τα Μέγαρα που έσφαξε τη γυναίκα του όταν την έπιασε με τον αδερφό του, τον θείο του και τον παπά του χωριού, και τους τρεις ταυτόχρονα.
Και να φοράνε, μαλάκες μου, τα δεκατριάχρονα, κάτι σορτσάκια που οι δικές μας τα φοράνε για βρακιά. Όχι στα 13 τους. Τώρα. Μιλάμε ότι η κατάσταση είναι να τρως φρίκη και να χέζεις απόγνωση.
Μη με παρεξηγήσετε, δεν είμαι σεμνότυφος, δε θα πάω να πω σε κανέναν αηδίες περί "παρθενίας μέχρι το γάμο" ή πώς να ζήσει τη ζωή του. Αλλά, που να με πάρει ο διάολος, δε θα έπρεπε να μου δίνει το δεκατριάχρονο δικαίωμα να κάνω τέτοια σχόλια για τον κώλο του!
Πώς είναι δυνατόν, στα πέντε χρόνια που μεσολάβησαν από τότε που ήμουν εγώ δεκατριάχρονο, να ισοπεδώθηκαν τόσο πολύ τα πάντα; Θυμάμαι ότι όταν ήμουν εγώ πρώτη-δευτέρα γυμνασίου, υπήρχαν τρεις κοπέλες στο σχολείο που είχαν σχέση, με την οποία είχαν φτάσει το φιλάκι στο μάγουλο, και όλες οι υπόλοιπες ήτανε σαν την Μεγκ Γκρίφιν, αν όχι στα κιλά (που συνέβαινε συχνά βέβαια), σίγουρα στα μυαλά και στην αρκτική θερμοκρασία του κώλου τους.
Αν υπήρχε καμία, που είχε χάσει δυο τρεις χρονιές κι άρα δε μετρούσε για δεκατριάχρονο, που υπήρχαν φήμες, όχι απτά στοιχεία, ότι τον είχε φάει, αποκτούσε μια για πάντα το στίγμα της πουτάνας και δεν το ξεφορτωνόταν ούτε αν άλλαζε σχολείο, πόλη, χώρα ή πλανήτη.
Κι εμείς τα καημένα προσευχόμασταν να μας στείλει το υπουργείο καμιά νόστιμη καθηγήτρια να μαζέψουμε λίγο υλικό για homework, και μας έστελναν όλες τις παλιόγριες, και στο τέλος καταλήγαμε να εκτονωνόμαστε παίζοντας μπάλα με πατημένο κουτάκι κοκακόλας (στην οποία ήμουν μονίμως ο τερματοφύλακας γιατί δεν είχα πάντα το απολλώνιο κορμί που έχω τώρα).
Βλέπαμε καπότα και δεν ξέραμε σε τι χρησιμεύει-εντάξει, θεωρητικά ξέραμε, αλλά στο τέλος καταλήγαμε να τη φουσκώνουμε και να την κάνουμε μπαλονάκι για να κάνουμε πλάκα σε καμιά σεμνότυφη θρησκευτικού.
Και σήμερα, τα κοριτσάκια για να τον φάνε δεν περιμένουν όχι να ενηλικιωθούν, όχι να ωριμάσουν σωματικά, ψυχολογικά και συναισθηματικά, αλλά ούτε καν να τους έρθει περίοδος.
Δε μιλάμε δε για τσιγάρο, αλκοόλ και λοιπά. Στο γυμνάσιο, όταν πήγαινα εγώ, κάπνιζαν πεντέξι και ήταν όλα τα φρούτα του σχολείου που κόντευαν να πάρουν σύνταξη εκεί μέσα. Όσο για αλκοόλ, το πολύ που είχαμε πιει ήτανε ένα ποτηράκι κρασί σε ένα γάμο.
Και σήμερα μαθαίνουν να στρίβουν τσιγάρα και να πίνουν ουίσκια πριν μάθουν ότι αυτό εκεί κάτω δεν χρησιμεύει μόνο στο κατούρημα.
Τα παραλέω; Όταν ξανανοίξουν τα σχολεία, περάστε έξω από κανένα γυμνάσιο και θα με καταλάβετε.
Και ναι, εμείς ήμασταν καλύτερα. Όταν είσαι δεκατριών χρονών, είσαι ακόμα παιδάκι. Βέβαια αρχίζουν τα πρώτα σκιρτήματα όπως τότε που είδες την δεύτερη ξαδέρφη σου την Κατερίνα να αλλάζει μαγιό στο Κατάκωλο ή όπου αλλού έκανε διακοπές ο Μάστερ Τζι. Κι αρχίζεις να ψάχνεσαι. Αλλά όχι να ψάχνεσαι με τέτοιον τρόπο.
Δηλαδή όταν ενηλικιωθούν αυτά τα δεκατριάχρονα, τι σκατά θα κάνουν;
Αυτά, και να προσέχετε πώς μεγαλώνετε τα παιδιά σας.
Και χρόνια μου πολλά.

Κυριακή 4 Αυγούστου 2013

Η επιστροφή του Εκλεκτού

Το πρώτο μέρος εδώ. Όχι ότι έχει καμία σημασία για να βγάλετε άκρη, αλλά τέλος πάντων.
Σε μια φτωχογειτονιά του Λος Άντζελες ζούσε ένα ερωτευμένο ζευγάρι. Ο Τόμι και η Τζίνα.
Ο Τόμι δούλευε στο λιμάνι, αλλά η απεργία του Συνδικάτου τον άφησε στη μοίρα του. Η Τζίνα δούλευε όλη μέρα σε ένα φαγάδικο για τον άντρα της. Αλλά δεν πτοούνταν, γιατί είχαν ο ένας τον άλλον.
Εκεί όμως που ο Τόμι κι η Τζίνα ετοιμάζονταν να κάνουν τη βραδινή τους προσευχή, κι ο Τζον Μπον Τζόβι να σούρει στα δικαστήρια έναν μπλόγκερ από τη Θεσσαλονίκη, ακούστηκε ένα χτύπημα στην πόρτα που θα άλλαζε για πάντα τη ζωή τους.
Ήταν ένας θλιβερός, ρακένδυτος ζητιάνος, ή τουλάχιστον έτσι άφηνε τους άλλους να πιστεύουν.
-Με λένε Πίτερ Πάρκερ, με τον Σπάιντερμαν απλή συνωνυμία, και είμαι ένας δύσμοιρος άστεγος. Έπαιζα κερδοσκοπικά παιχνίδια στο χρηματιστήριο και είχα ποντάρει στη χρεωκοπία της Ελλάδας, αλλά δυστυχώς ο Σαμαράς με τους αριστοτεχνικούς χειρισμούς του με διέψευσε και τα 'χασα όλα. Γαμώ το κεφάλι του, του μαλάκα. Μπορείτε να με φιλοξενήσετε, για να μη με φάει το κρύο και το αγιάζι;
-Ποιο κρύο και αγιάζι στο Λος Άντζελες ρε ηλίθιε; του είπε ο Τόμι κι ετοιμάστηκε να του κλείσει την πόρτα κατάμουτρα, αλλά τη Τζίνα την έπιασε το ψυχοπονιάρικό της και είπε να τον φιλοξενήσουν μερικές μέρες.
Σύντομα αποδείχτηκε ότι ο Πίτερ Πάρκερ δεν ήταν κι ο πιο εύκολος συγκάτοικος του κόσμου. Κάθε απόγευμα στις πέντε ήθελε ένα διπλό ελληνικό βαρύ γλυκό με τρεις φουσκάλες και καϊμάκι, τους Τάιμς της Άνω Μουσουνίτσας κάθε πρωί, ένα πακέτο Άσσο Άφιλτρο την ημέρα, ενώ μια μέρα έκανε μια λίστα για ψώνια που περιελάμβανε εικοσιπέντε βίδες, ένα πακέτο με έξτρα λαρτζ προφυλακτικά με γεύση κοκορέτσι, έναν σωλήνα PVC, μια μπαταρία αυτοκινήτου και το τελευταίο σιντί της Πάολας.
Ο Τόμι είχε αρχίσει να εκνευρίζεται με αυτή την κατάσταση, ωστόσο δεν τολμούσε να πει τίποτα στη Τζίνα γιατί την έβλεπε ότι λυπόταν τον άστεγο φιλοξενούμενό τους. Όταν, όμως, ο Πίτερ άρχισε να την πέφτει στη Τζίνα, ήταν η σταγόνα που ξεχείλισε το ποτήρι.
-Δε με νοιάζει αν είσαι μόνος στους πέντε δρόμους, εδώ μέσα δε μένεις άλλο, του είπε εξοργισμένος ο Τόμι.
-Συγνώμη για τη γυναίκα σου, Τόμι, αλλά δεν μπορούσα να συγκρατηθώ. Το χαμόγελό της μου ξυπνάει παιδικές αναμνήσεις, τότε που όλα ήταν δροσερά σαν τον καταγάλανο ουρανό. Πριν όμως μου κάνει μήνυση ο Άξελ Ρόουζ, θα σου πω όλη την αλήθεια. Δε με λένε Πίτερ Πάρκερ και δεν είμαι άστεγος, αλλά με λένε Τζακ και είμαι ο Εκλεκτός.
-Κι εγώ είμαι η τρίτη ξαδέρφη του Χωστήρα, του ξαναείπε ξαναεξοργισμένος ο Τόμι. Δε μας χέζεις, ρε Νταλάρα;
-Ακούστε με. Αν με πετάξετε έξω από το σπίτι, θα βρεθείτε σε μεγάλο κίνδυνο. Φτιάχνω ένα μυστικό όπλο ενάντια στη χειρότερη εγκληματική συμμορία του σύμπαντος. Μπόρεσα να εξουδετερώσω τη Μάντελαϊν, αλλά αυτό είναι το χειρότερο.
-Κι όλες αυτές οι περίεργες απαιτήσεις σου;
-Ήταν όλα μέρος του σχεδίου. Ο σωλήνας, οι βίδες, τα προφυλακτικά, η μπαταρία, όλα χρησίμευαν για το όπλο. Ο διπλός ελληνικός βαρύς γλυκός με τρεις φουσκάλες και καϊμάκι είναι η καύσιμη ύλη του. Οι Τάιμς της Άνω Μουσουνίτσας, η μόνη εφημερίδα που εμπιστεύομαι, γιατί όλες οι άλλες ελέγχονται, με ενημέρωνε για τις κινήσεις τους. Το σιντί της Πάολας το έβαζα να παίζει για να μπλοκάρει τα κύματα ανάγνωσης σκέψης με τα οποία προσπαθούσαν να με ανακαλύψουν.
-Και τα τσιγάρα;
-Α, αυτά τα κάπνιζα.
-Δε μας πείθεις, θλιβερέ πέφτουλα, παρενέβη τότε η Τζίνα. Ποιο είναι αυτό το τόσο εγκληματικό τσούρμο που πρέπει όλοι να φοβόμαστε;
-Δεν μπορώ να πω το όνομά του, γιατί θα διατρέξουμε όλοι μεγάλο κίνδυνο.
-Τότε είναι ο Βόλντεμορτ.
-Όχι, δεν είναι. Μακάρι να ήτανε!
Αυτή η τελευταία δήλωση έριξε σε φοβερό σοκ τον Τόμι και τη Τζίνα, που, όπως κάθε φυσιολογικός άνθρωπος, δε θα μπορούσαν να φανταστούν τίποτε χειρότερο από τον Βόλντεμορτ. Ο Τζακ πήρε τότε τη γενναία απόφαση να τους εξηγήσει.
-Πριν από πολλά πολλά χρόνια, τότε ακόμα που ήμουν ένας μαθητευόμενος μαχητής εναντίον του κακού, ο Μέντοράς μου, γνωστός στους κοινούς θνητούς και σαν Έντι Φαν Χάλεν, είχε πάει ταξίδι στον Παναμά. Με είχε αφήσει να ποτίζω τις γλάστρες του.
-Τι σόι γλάστρες μπορεί να είχε ο Έντι Φαν Χάλεν;
-Αυτό δεν είναι της παρούσης. Καθώς περιπλανιόμουν στο σπίτι του, ανάμεσα σε σουρωμένες γκρούπι, πεταμένα μπουκάλια αλκοόλ και κάτι τραγούδια που είχε γράψει ο Ντέιβιντ Λι Ροθ, ανακάλυψα μια μυστική πόρτα. Έκανα το λάθος να την ανοίξω και βγήκε από μέσα...
-Τι;
Τότε η συζήτηση διακόπηκε βιαίως από ένα τέρας που τους ξερίζωσε τη σκεπή. Ήταν ένα αποτρόπαιο θέαμα, ένα πλάσμα με σώμα δεινόσαυρου, δέκα κεφάλια που ξεφύτρωναν από διάφορα σημεία του σώματός του, διχαλωτή ουρά, που έβγαζε καπνούς από τα ρουθούνια του.
-Με συγχωρείτε, πώς θα βγω στο Χόλυγουντ; ρώτησε το τέρας.
-Τρίτος δρόμος δεξιά, αριστερά στο βενζινάδικο κι ακολουθείς την περιφερειακή του Κόμπτον, του είπε ήρεμα ο Τζακ.
-Ευχαριστώ, είπε το τέρας κι έφυγε.
Ο Τόμι κι η Τζίνα όμως, καθώς και οι λιμνούλες από τσισάκια που είχαν σχηματιστεί στο χαλί από κάτω τους, περίμεναν ακόμα τη συνέχεια της διήγησης.
-Τι βγήκε μέσα από την πόρτα του Φαν Χάλεν;
-...
Αυτή η δραματική παύση του Τζακ χρησίμευσε στο να κάνει την διήγηση πιο δραματική.
-Πες μας! Δεν αντέχουμε άλλο!
-...τους One Direction.
-ΠΑΝΑΓΙΑ ΜΟΥ! αναφώνησε έντρομη η Τζίνα.
-Είναι λογική η αντίδρασή σου, Τζίνα. Τώρα όμως που είπα το όνομά τους, είναι σίγουρο ότι θα έρθουν να με βρουν. Τρέχω να φέρω το όπλο.
Και, πράγματι, όπως προέβλεψε ο Τζακ, σε λίγο εμφανίστηκαν ο Χάρι, ο Ζέιν και οι άλλες τρεις λούγκρες που ξεχνάω τα ονόματά τους, σε όλη τους την παρδαλή γκεοσύνη. Ο Τόμι κι η Τζίνα είχαν παραλύσει από φόβο και μόνο στην εμφάνισή τους, αλλά το χειρότερο δεν είχε έρθει ακόμα. Τα πέντε αγορίτσια που είχαν κάνει τόσο κακό στην ανθρωπότητα άρχισαν να τραγουδάνε τους αποτρόπαιους ήχους τους και να εξασκούν την τέλεια χορογραφία τους.
Τα ομοφυλοφιλικά κύματα άρχισαν να διαχέονται στο χώρο. Ξαφνικά ο Τόμι, αφού έπεσε στο πάτωμα με σπασμούς, σηκώθηκε με ένα φουλάρι στο λαιμό, τέλεια χτενισμένο μαλλί, ένα Ντάβιντοφ Λάιτ στο χέρι κι άρχισε να μιλάει για τις τελευταίες τάσεις της μόδας. Η Τζίνα έμεινε να κοιτάει εμβρόντητη.
Ο Τζακ έφτασε στο υπόγειο με το πανίσχυρο μυστικό όπλο του. Η ακτίνα που εκτόξευσε πατώντας τη σκανδάλη χτύπησε τον έναν από τους πέντε κατάστηθα και τον μεταμόρφωσε σε έναν μικροσκοπικό γυμνοσάλιαγκα, τον οποίο και τσαλαπάτησαν οι άλλοι τέσσερις καθώς χοροπηδούσαν σαν τα γκέι κατσίκια.
Δυστυχώς, όμως, η επίδρασή τους ήταν πολύ ισχυρή και ο Τζακ μεμιάς πέταξε το όπλο κι άρχισε να κάνει το YMCA. Η Τζίνα, σε μια έκρηξη θάρρους, άρπαξε το όπλο και έριξε την ακτίνα στους επικίνδυνους εγκληματίες, μεταμορφώνοντάς τους σε μία μύγα, ένα πεκινουά, ένα Τάρντις και τον Μάκλεμορ, αντίστοιχα.
Καθώς, όμως, διέλυαν τα κύματα, διαπίστωνε ότι ο Τόμι κι ο Τζακ δεν επανακτούσαν την αυτοκυριαρχία τους, δηλαδή εξακολουθούσαν να κάνουν σαν τις τζαζλές. Μάλιστα, εκείνη τη στιγμή σχολίαζαν τον Μάκλεμορ, ο οποίος φορούσε ένα παλτό του παππού που είχε αγοράσει από το ό,τι πάρεις ένα ευρώ.
Η Τζίνα δοκίμασε τα πάντα. Τους έριξε σφαλιάρες, τους έφερε να μυρίσουν γύρο και παστουρμά αρμένικο, έβαλε στην τηλεόραση WWE και Nascar, προσπάθησε μέχρι και Παντέρα να παίξει σε μια κιθάρα που βρήκε στην τσέπη της, τίποτα. Εν τέλει, σε μια κίνηση ύστατης απελπισίας, έβγαλε τη μπλούζα της κι απελευθέρωσε στον έξω κόσμο τα 36DD μεμέ που της είχε χαρίσει ο θεός, δηλαδή ο πλαστικός χειρουργός.
Το κόλπο έπιασε. Ο Τόμι κι ο Τζακ γύρισαν στα φυσιολογικά τους επίπεδα.
-Μα, πες μου, Τζακ, ρώτησε η Τζίνα, γιατί να έχει κρυμμένους τους One Direction στο σπίτι του ο Φαν Χάλεν;
-Στην πραγματικότητα είναι τα πέντε γκέι εξώγαμα που έκανε, και τα κρατούσε κρυφά για να μη μάθει ο κόσμος τη ντροπή. Μάκλεμορ, θέλω να πάρεις το Τάρντις, να πας πίσω στο 1984 και να σφραγίσεις εκείνη την πόρτα πριν την ανακαλύψω. 
Ο Μάκλεμορ υπάκουσε, με τα εξής σοφά λόγια: 
-This is fuckin' awesome!
-Και, γιατί ήταν απαραίτητο να έρθεις σε εμάς και να τους εξολοθρεύσεις, Τζακ; ξαναρώτησε η Τζίνα.
-Αν έρθεις μαζί μου, Τζίνα, θα μάθεις.
-ΤΙ; έκανε ο Τόμι. Δεν πιστεύω να φύγεις με αυτόν το λιμοκοντόρο που μας το παίζει κι εκλεκτός;
-Κοίτα, Τόμι, δε θέλω να παρεξηγηθείς, αλλά ήσουν πάντα νερόβραστος, η μόνη στάση που ήξερες ήταν η στάση Αντιγονιδών στην Εγνατία, κι όσο για μέγεθος φιστίκι Αιγίνης. Λέω λοιπόν να πάω να ζήσω την περιπέτεια με έναν αληθινό άντρα. Μπάι μπάι.
Και με αυτά τα λόγια, ο Τζακ και η Τζίνα καβάλησαν μια ιπτάμενη μοτοσικλέτα, την οποία κουβαλούσε ο Τζακ στην κωλότσεπή του, κι έφυγαν από την γκρεμισμένη σκεπή. Ο Τόμι ήταν βαθύτατα πληγωμένος, κι ένα μίσος είχε ξεκινήσει να χαράζεται στην ψυχή του.
-Θα σε εκδικηθώ, Εκλεκτέ! βροντοφώναξε. Μ'ακούς; Θα σε βρω και θα σε εκδικηθώ! Ό,τι και να κάνεις, όπου και να πας να κρυφτείς, από εμένα θα έχεις να φυλάγεσαι! Μόλις υπέγραψες τη θανατική σου καταδίκη! Μουαχαχαχαχαχα!
Συνεχίζεται, κάποτε, εάν και εφόσον.