Δευτέρα 18 Αυγούστου 2014

The Johnny Scull Trilogy: Το αγόρι με το τατουάζ

Ο Τζόνι Σκαλ ικανοποιούσε όλα τα στερεότυπα που θα μπορούσε να έχει η τρομαγμένη Αμερικανίδα νοικοκυρά για έναν τατουατζή. Καβαλούσε μια τεράστια Χάρλεϊ τριών χιλιάδων κυβικών που είχε να αλλάξει λάδια από το 1984. Ήταν τουλάχιστον δύο μέτρα και εκατόν είκοσι κιλά, με ξυρισμένο κεφάλι και μούσι που έκανε τον Οσάμα Μπιν Λάντεν να μοιάζει σαν μέλος boy band. Φορούσε πέτσινο μπουφάν, πέτσινες μπότες και πέτσινο σώβρακο. Η μουσική παιδεία του περιοριζόταν σε όλη τη δισκογραφία των Σλέγιερ, δύο φορές. Ακόμα και το ίδιο του το όνομα ήταν χέβι μέταλ. Τζόνι φάκιν' Σκαλ.
Και το κυριότερο: Είχε στούντιο τατουάζ.
Το μαγαζί του βρισκόταν στην οδό Τζόι Μπελαντόνα 54, ένα βρωμερό και κακόφημο δρόμο που οδηγούσε ντουγρού στο λιμάνι της Νέας Υόρκης. Οι κυριότεροι πελάτες του ήταν ανίδεοι μεθύστακες που ήθελαν να χτυπήσουν στο μπράτσο τους το κινέζικο ιδεόγραμμα που νόμιζαν ότι έλεγε "Ήρεμη δύναμη και αρχαία σοφία" αλλά στην πραγματικότητα έλεγε "Όχι στον Κατσουράνη στο ματς με την Κόστα Ρίκα".
Ωστόσο το καλύτερο επίτευγμά του, το καύχημά του, που το διηγιόταν ο Τζόνι στους συναδέλφους του τατουατζήδες και κέρδιζε τον θαυμασμό των πάντων, το είχε χτυπήσει στην πλάτη μιας παλιάς του γκόμενας, της Νάστια. Ήταν μία γυμνή νύμφη καβάλα σε ένα άσπρο άλογο, που κάλπαζε μακριά από ένα εκρηγνυόμενο ηφαίστειο, ενόσω την κυνηγούσε μια στρατιά από ζόμπι. Ήταν το αριστούργημά του.
Εκείνο το μοιραίο βράδυ, ο Τζόνι είχε μόλις τελειώσει ένα από τα προαναφερθέντα κινέζικα σύμβολα, και καθώς αποστείρωνε τις βελόνες του, ποτίζοντάς τες με μπέρμπον και καίγοντάς τες στην πίσω αυλή με ένα φλογοβόλο, θυμήθηκε τη Νάστια, εκείνη την Ρωσίδα δασκάλα πολεμικών τεχνών, και μια ελαφρά θλίψη σκίασε το άγριο πρόσωπό του, καθώς τον πονούσε ακόμα το γόνατό του, που του έσπασε στον τελευταίο τους μεγάλο τσακωμό.
Ο Τζόνι, σίγουρα, δεν ήταν τύπος που ερωτευότανε, και εκατοντάδες, χιλιάδες ίσως γυναίκες θυμόντουσαν με βαθείς αναστεναγμούς τα 22 εκατοστά metal που δέχτηκαν up their ass. Παρόλα αυτά, η Νάστια του είχε αφήσει ένα ιδιαίτερο σημάδι στην ψυχή του, και φυσικά πολλά σημάδια στο σώμα του.
Τράβηξε μια τελευταία, βαθιά, καυτή τζούρα απ'το τσιγάρο του, βαρύ και ασήκωτο σαν τον ίδιο, το πέταξε κατάχαμα, και μπήκε μες στο μαγαζί. Ένας νέος πελάτης είχε μπει, ένας πελάτης ξανθός, γαλανομάτης, λεπτοκαμωμένος, που φορούσε ροζ φουλάρι, μωβ πουκάμισο, μπορντό παντελόνι και κόκκινα παπούτσια.
-Σε τι μπορώ να σας εξυπηρετήσω, μαντάμ, γρύλισε σαρκαστικά ο Τζόνι.
-Α να χαθείς, σιχαμένε! χαχάνισε ο θηλυπρεπής πελάτης. Θέλω να κάνω μια μικρή, χαριτωμένη, ζουζουνιάρικη πεταλουδίτσα στον αστράγαλο!
-Τι μου λέτε; συνέχισε το δούλεμα ο Τζόνι. Δε θα προτιμούσατε μήπως ένα Μικρό μου Πόνυ;
-Έχω την υποψία ότι με κοροϊδεύεις, ψηλό αγόρι, κελάηδησε ο πελάτης.
-Τι λες, κουκλίτσα μου, είπε ο Τζόνι, που ήταν σκληρός άντρας και δε σήκωνε πολλά πολλά. Εγώ που με βλέπεις έχω στο ενεργητικό μου τέσσερις καταδίκες και τέσσερα χρόνια στην ψειρού. 
-Ναι, ε; είπε ο πελάτης, με προφανώς αναζωπυρωμένο ενδιαφέρον στη συζήτηση. Αληθεύει ότι γίνονται βιασμοί στα ντους;
Ο Τζόνι πλέον είχε χάσει την υπομονή του.
-Δεν πας στο Μπρόντγουέι να δεις κανένα μιούζικαλ;
-Μμμ...δεν έχει κανέναν ωραίο πρωταγωνιστή φέτος! Εκτός κι αν...θες να πρωταγωνιστήσεις εσύ, σκληρό και άγριο αγόρι!
Ο Τζόνι τα είχε πάρει στο κρανίο.
-Σπάσε, λουλού.
-Για άκου να σου πω, αγριάνθρωπε! έκανε εξοργισμένα η λουλού. Εγώ που με βλέπεις έχω διασυνδέσεις! Κρατάω τους ισχυρότερους άντρες αυτής της πόλης από τ'αρχίδια!
-Μη μου το πεις...έκανε για άλλη μια φορά σαρκαστικά ο Τζόνι. Δε με ενδιαφέρει τι αλλαξοκωλιές κάνεις στον ελεύθερό σου χρόνο, εγώ δε σε θέλω στο μαγαζί μου.
-Είσαι ρατσιστής κι ομοφοβικός! Όσο με λένε Τομ Μπέρνι, ένα πράμα δε θα ανεχτώ! Τις διακρίσεις ενάντια σε εμάς τα άτομα με...αχμ...ιδιαιτερότητες!
-Μου έκανες τη μούρη κρέας τώρα, είπε ο Τζόνι, προσπαθώντας ακόμα να συγκρατήσει την οργή του. Προλαβαίνεις ακόμα να φύγεις όρθιος από δω μέσα. Λίγο ακόμα να μείνεις, θα φύγεις ξαπλωτός.
-Δε θα σου περάσει, κακιασμένε! έσκουξε ο Τομ. Αστυνομία! Αστυνομία! Ελάτε εδώ να μαζέψετε αυτόν τον αλήτη!
-Να σου γαμήσω...μουρμούρισε μέσα απ'τα δόντια του ο Τζόνι, καθώς έμπαινε μες στο μαγαζί ένας μπάτσος. Παρ'όλο που θα μπορούσε άνετα να τον δείρει, είχε λόγους να μη θέλει να ξαναγυρίσει στη φυλακή.
-Τι συμβαίνει εδώ, Σκαλ; ρώτησε ο μπάτσος, που ήταν παλιός γνώριμος του Τζόνι από τις πάμπολλες συλλήψεις του. Δεν κάθεσαι φρόνιμα;
-Άκου εδώ, αστυνόμε Σαΐνη, έχω αυτό εδώ το μαγαζί και προσπαθώ να βγάλω τίμια το μπέρμπον το επιούσιο, αλλά δε θα το κάνουμε και YMCA εδώ μέσα να μαζεύουμε όλες τις αδέσποτες!
-Δεν έμαθες το μάθημά σου, Σκαλ. Τέσσερα χρόνια στη φυλακή κι ακόμα να μάθεις να ανέχεσαι τους ανθρώπους με τα ελαττώματά σου. Θα αναλάβεις αυτό που σε θέλει ο Τομ, κι άμα έχει κανένα παράπονο μετά, θα τα πούμε εμείς οι δύο προσωπικά. Κανένα ντόνατ παίζει;
Ο Τζόνι δεν είχε ντόνατς στο μαγαζί του, έτσι ο μπάτσος έφυγε, και το μόνο που του έμενε να κάνει πλέον ήταν να ζωγραφίσει την χαριτωμένη, ζουζουνιάρικη πεταλουδίτσα στον αστράγαλο του Τομ Μπέρνι.
-Και για πες, Τζόνι, εκεί στη φυλακή δεν βίασες κανέναν στα ντους;
-Όχι, αλλά άμα συνεχίσεις θα βιάσω εσένα μες στο ίδιο μου το μαγαζί.
-Μμμ...όλο υποσχέσεις είσαι...καλέ, τι αγριευτική μουσική είναι αυτή που παίζει εδώ μέσα! Ήμαρτον Παναγίτσα μου! Βάλε λίγο Μαντόνα να ανοίξει η καρδιά μας!
-Λίγα τα λόγια σου για τους Σλέγιερ, γιατί δε θα τα πάμε καλά.
Καθώς ο Τζόνι τελείωνε, ανάμεσα σε βρισιές και θυμωμένα μουγκρητά, το αριστερό φτερό της πεταλουδίτσας, χτύπησε το τηλέφωνο.
-Τατουάζ Τζόνι Σκαλ, ρίχνε το παραμύθι ντρέτα και σταράτα γιατί έχουμε και δουλειές.
-Α...δεν είναι η Πίτσα Φατ εκεί;
-Όχι, δεν είναι.
Το έκλεισε κι επέστρεψε στην πεταλουδίτσα, ώσπου χτύπησε δεύτερη φορά το τηλέφωνο.
-Τατουάζ Τζόνι Σκαλ, ξηγήσου εν τάχει γιατί έχουμε και δουλειές.
-Δεν είναι η Πίτσα Φατ εκεί δηλαδή;
-Ε όχι φίλος, δεν είναι.
Το τηλέφωνο έμελλε να τον διακόψει για τρίτη φορά, κι ο Τζόνι είχε εκνευριστεί πλέον αφάνταστα. Πριν καν προλάβει να μιλήσει αυτός που καλούσε, έγρουξε:
-Άι και γαμήσου, δεν είναι εδώ πέρα η γαμημένη Πίτσα Φατ, να με πάρει κι ο διάολος αν ξέρω πού στο διάολο είναι, γαμώ την καταδίκη μου πια!

-Δεν ξέρω καμιά Πίτσα Φατ, είπε μια βαθιά γυναικεία φωνή, με μια ελαφριά ξενική προφορά. Ξέρω ότι το μαγαζί σου έχει παγιδευτεί με βόμβα. Πάρε όποιον είναι μέσα και εξαφανιστείτε. Έχετε ένα λεπτό. 
Κι έκλεισε.
Δεν υπήρχαν πολλά πράματα που να φοβάται ο Τζόνι, αλλά οι βόμβες σίγουρα ανήκαν σε αυτά. Δεν το διακινδύνευε να σκάσει σε εκατοντάδες μικρά κομματάκια. Και μετά γύρισε και κοίταξε τον Τομ. Στην αρχή του πέρασε απ'το μυαλό να τον αφήσει να ανατιναχτεί, αλλά μετά θυμήθηκε τα λόγια του μπάτσου.
Και σίγουρα δεν ήθελε να ξαναγυρίσει στην ψειρού.
-Σήκω, Τομ. Πρέπει να φύγεις από εδώ. Είναι επικίνδυνα.
-Τι λες καλέ! Αφού δεν έχεις τελειώσει ακόμα το τατουάζ μου! Εγώ με μισοτελειωμένη πεταλούδα δε-βγαί-νω από δω μέσα! Θα γελάει ο κόσμος δηλαδή!
-Διάλεξε! Ή θα βγεις με μισοτελειωμένη πεταλούδα, ή θα βγεις σε κομματάκια γύρου!
-Ποτέ! Ποτέ! Ποτέ! Θα με δείχνουν με το δάχτυλο όλες οι φιλενάδες μου! Αχ, τι το 'θελα και ήρθα εδώ μέσα!
Το ένα λεπτό εξέπνεε. Ο Τζόνι δεν είχε ούτε το χρόνο, ούτε τη διάθεση να το διαπραγματευτεί με τη τζαζλή. Έτσι, άρπαξε τον Τομ Μπέρνι σαν τσουβάλι με πατάτες, μάζεψε άρον-άρον την είσπραξη από το ταμείο, τον πέταξε πάνω στην μηχανή του και φύγανε δικάβαλο. Μόλις που πρόφτασε να στρίψει στη γωνία, όταν ακούστηκε η έκρηξη που κατέστρεψε ολοσχερώς το μαγαζί του Τζόνι.
-Το τατουάζ μου! Άφησες το τατουάζ μου μισοτελειωμένο! Δε θα στο συγχωρέσω ποτέ!
-Σκάσε! γρύλισε ο Τζόνι. Το μαγαζί μου έγινε στάχτη και μπούρμπερη, δε θα στεναχωρηθώ για το τατουάζ σου! Ας κάτσουμε εδώ σε ένα μαγαζί, να αναλογιστούμε τι θα κάνουμε τώρα. Τι λέει αυτή εδώ η πινακίδα;
-Πίτσα Φατ, είπε ο Τομ, κάτι που αμέσως κούρδισε τον Τζόνι. Πήδηξε απ'τη μηχανή χωρίς να την σταματήσει, αφήνοντας τον Τομ να χειριστεί ένα θηρίο τριών χιλιάδων κυβικών, φωνάζοντας "Βαγγελίστρα μου!" πέντε φορές το δευτερόλεπτο, όρμηξε μέσα στην Πίτσα Φατ και βούτηξε τον ιδιοκτήτη της απ'το λαιμό.
-Εσύ, γαμημένε! Εσύ το βρίσκεις αστείο να δίνεις στους πελάτες σου το τηλέφωνό μου και να τους λες ότι είναι η πιτσαρία σου;
-Σας παρακαλώ...ουγκχ...δεν φταίω εγώ...οι γραμμές μπερδεύονται...έκανε απεγνωσμένα ο ιδιοκτήτης της πιτσαρίας, ένας καχεκτικός Κινέζος.
Εκείνη τη στιγμή μπήκε μέσα ο Τομ, που είχε προσγειωθεί, μαζί με τη μηχανή, σε έναν σωρό σκουπίδια.
-Απίστευτο! Άνω ποταμών! Απαράδεκτο! Να προσγειώνομαι σε ένα σωρό με σκουπίδια! Αυτό το φουλάρι είναι αυθεντικό Βερσάτσε! Εκατό δολάρια κάνει μόνο το καθαριστήριό του! Κι έχει πάνω έναν φριχτό λεκέ από μουστάρδα! Τώρα, είναι προσωπικό! Θα βρούμε αυτούς που ανατίναξαν το μαγαζί σου, Τζόνι, αλλιώς να μη με λένε Τομ Μπέρνι!
-Να σε δω και να μη σε πιστέψω, έκανε συγκαταβατικά ο Τζόνι. Εσύ, Μινγκ Λι Φου! Πιάσε δύο πίτσες με μπέικον, μπέικον, μπέικον κι έξτρα μπέικον.
-Έι, περίμενε! είπε ο Τόμι. Εγώ είμαι βετζετέριαν!
-Και ποιος σου είπε ότι παραγγέλνω για σένα;
Ενόσω ο τεράστιος και άγριος Τζόνι με τον λεπτεπίλεπτο κι ευαίσθητο Τομ περίμεναν να έρθουν οι πίτσες τους, ο Τομ ρώτησε τον Τζόνι:
-Και για πες μου, γιατί έχεις τέσσερις καταδίκες και τέσσερα χρόνια φυλακή;
-Οι πρώτες τρεις ήτανε ψιλολόγια. Ένα τρίμηνο από δω γιατί μαχαίρωσα έναν τύπο σε ένα ματς Παναθηναϊκός-Ολυμπιακός, ένα τρίμηνο από κει για ένα μπουκάλι που έσπασα σε ενός το κεφάλι σε μια συναυλία των Σλέγιερ...ΟΙ ΣΛΕΓΙΕΡ! ΤΑ ΣΥΛΛΕΚΤΙΚΑ ΒΙΝΥΛΙΑ ΜΟΥ ΚΑΤΑΣΤΡΑΦΗΚΑΝ!
-Δεν μπορούμε να πάμε να τα σώσουμε;
-Με τόσο μπέρμπον που είχα εκεί μέσα, το μέρος θα καίγεται για δύο μέρες. Τέλος πάντων. Ένα εξάμηνο είχα μετά για συμμετοχή σε ένα κύκλωμα κοκορομαχιών. Ψιλολόγια δηλαδή.
-Και μετά;
-Μετά ήρθε το χοντρό κόλπο. Είχα κάτι στοιχηματικά χρέη, γιατί είχα τη φαεινή ιδέα να παίξω την Βραζιλία για κατάκτηση του Μουντιάλ, και επειδή με κυνηγούσαν οι μπούκι για να μου πάρουν τα λεφτά έμπλεξα με έναν τύπο που τον λέγανε Μάικ Στρόνγκχεντ.
-Π...πώς τον λέγανε; είπε ο Τομ, που ξαφνικά είχε χλωμιάσει.
-Μάικ Στρόνγκχεντ. Στην πιάτσα ήτανε γνωστός σαν Dr. Feelgood. Ήταν ο εγκέφαλος πίσω από μια σπείρα που πουλούσε κρακ, κι έτσι βρέθηκα να παριστάνω το βαποράκι. Δεν τον κάπνιζα αυτόν τον διάολο-ήθελα απλά να καθαρίσω τα χρέη μου. Αλλά μια μέρα με πιάσανε, κι έφαγα στο κεφάλι τρία χρόνια.
-Και μετά;
-Δύο μήνες αφότου μπήκα μέσα, μαζέψανε και τον Μάικ. Σαν εγκέφαλος που ήτανε, έφαγε δέκα χρόνια. Αλλά πάντα νόμιζε ότι εγώ τον κάρφωσα, για να εξασφαλίσω καλύτερη ποινή, κι όσο ήμουν μέσα στη φυλακή αποπειράθηκε εφτά φορές να με μαχαιρώσει. Αλλά δεν ανησυχώ γι'αυτόν. Για τα επόμενα έξι χρόνια, θα είναι ακόμα πολύ μακριά για να με ενοχλήσει.
Ακριβώς την κατάλληλη στιγμή, χάρη σε μία πολύ ευνοϊκή σύμπτωση, η τηλεόραση της πιτσαρίας έπαιξε ένα έκτακτο δελτίο.
-Διακόπτουμε την αγαπημένη σας σειρά "Οι Αληθινές Νοικοκυρές του Νιου Τζέρσεϊ", ανακοίνωσε η παρουσιάστρια, για να σας ανακοινώσουμε ότι ανθρωποκυνηγητό έχει εξαπολυθεί πίσω από τον Μάικ Στρόνγκχεντ, γνωστό και με το ψευδώνυμο "Dr. Feelgood". Καταδικασμένος σε δεκαετή κάθειρξη για την οργάνωση κυκλώματος ναρκωτικών, απέδρασε σήμερα το πρωί από τις φυλακές...
-Σαν οφ α μπιτς...έκανε έκπληκτος ο Τζόνι. Ωστόσο, ο Τομ ήταν αυτός που είχε εκπλαγεί περισσότερο.
-Ε...Τζόνι...ξέρεις...εγώ δεν μπορώ να σε βοηθήσω...δεν είναι πια προσωπικό...άλλωστε κι αυτό το φουλάρι...περσινή κολεξιόν ήτανε...και δεν πειράζει που δε μου τελείωσες την πεταλούδα...θα το κάνω καινούρια μόδα στο Άπερ Ιστ Σάιντ...μισοτελειωμένα τατουάζ...αντίο...χάρηκα που τα'παμε...
Κι έφυγε τρέχοντας.
Ο Τζόνι ήταν κάτι παραπάνω από βέβαιος ότι δεν ήταν άλλος απ'τον Μάικ που έβαλε τη βόμβα στο μαγαζί του. 
Και ξαφνικά, χτύπησε το τηλέφωνό του.
To be continued...

6 σχόλια:

  1. Όλοι οι δρόμοι οδηγούν στην Πίτσα Φατ.

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  2. Άκου Μινγκ Λι Φου !! Που τον θυμήθηκες ρε ;;;;

    ΑπάντησηΔιαγραφή
  3. "Τομ".....όπως λέμε....."Τόμας".....θες να μας πεις κάτι;
    Yet again....it's none of my business!!!

    ΑπάντησηΔιαγραφή
    Απαντήσεις
    1. Ο Τομ Μπέρνι τομ μπαίρνει. Εγώ όχι. Άι και γαμήσου.

      Διαγραφή

Ξέρετε, πολλές φορές συμβαίνει τα σχόλια να είναι ακόμη πιο έξυπνα, εύστοχα ή ουσιαστικά από την εγγραφή καθεαυτή. ΟΧΙ ΕΔΩ. Αν σας έρθει καμιά εξυπνάδα, κρατήστε την για τον εαυτό σας.